Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Μπροστά στις Ευρωεκλογές

Μπροστά στις Ευρωεκλογές Ψήφο στο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς αυταπάτες για τον κοινοβουλευτισμόΔύο βδομάδες πριν τις ευρωεκλογές και ένα αίσθημα ανακούφισης για να μην πούμε θριάμβου πλανιέται στα τηλεπάραθυρα των δελτίων των 8. Επιτέλους ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρέφει στα γνώριμα ποσοστά του. Και μαζί μ’ αυτόν το σύνολο της αριστεράς καθηλώνεται για ακόμη μια φορά στα μεταεμφυλιακά της ποσοστά, αδύναμη “να αλλάξει τους συσχετισμούς και το τοπίο” . Η λύση στην κρίση αξιοπιστίας του επίσημου πολιτικού κόσμου φαίνεται (;) μέσα στα πρόσφατα απανωτά γκάλοπ να κάθεται στα αμορτισέρ των “Οικολόγων Πράσινων”. Ενός κομματιδίου φάντασμα που μέχρι πριν λίγους μήνες είχε δεν είχε 300 μέλη και που ξαφνικά γίνεται μια χρήσιμη δύναμη για την αποκατάσταση των ρωγμών της μεταπολιτευτικής ισορροπίας. Μένει να δούμε αν πράγματι η 7η Ιούνη θα επιβεβαιώσει τις προβλέψεις ή απλώς θα αποδειχτεί μια απίστευτη φάρσα στην απεγνωσμένη προσπάθεια να βρεθεί μια συμπληρωματική δύναμη που θα καλύψει τα κενά που αφήνουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.Το παράδοξο είναι ότι μαζί με τους πρετεντέρηδες που έχουν ξαναβρεί το χαμόγελό τους και δεν σταματάνε να χαριεντίζονται με την δημοσκοπική πτώση του ΣΥΡΙΖΑ χαίρονται και όλοι οι φελλοί που νομίζουν ότι θα επωφεληθούν από τα “κάτω και αριστερά”. Τα χαϊβάνια αυτά μόλις διαπιστώσουν ότι η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ αφορά εξίσου και τα δικά τους ανεμομαζώματα τότε να δούμε τι θα σκαρφιστούν που για ακόμα μια φορά ο “λαός και η εργατιά” τους γύρισε την πλάτη. Εξίσου χαρούμενοι είναι και ορισμένοι που ο βασικός τους εχθρός είναι τα “αριστερά αφεντικά” που είναι ίδια με τα δεξιά, και που το βράδυ των εκλογών θα υπολογίσουν την αποχή από τους λουόμενους και θα νομίσουν ότι πρόκειται για το ιππικό του Μάχνο που ετοιμάζεται να καταλύσει το κράτος. Και πάνω από όλα το ΚΚΕ που μοναδικός του σκοπός είναι να βγαίνει για πάντα τρίτο κόμμα, ακόμα και αν ο επάρατος δικομματισμός συνεχίζει να κυβερνάει για τα επόμενα 200 χρόνια. Αφιερωμένη λοιπόν στην πολιτική ηλιθιότητα η παράγραφος αυτή, που στην χώρα αυτή διεκδικεί όλα τα ρεκόρ γκίνες.Βλέποντας όλα αυτά γύρω του κανείς, μόνο και μόνο για αυτό, αξίζει να το ρίξει στο ΣΥΡΙΖΑ, έτσι για να ξινίσουν οι μούρες των γκεπμπελίσκων του ΜEGA και όλων των κιτρινοκάναλων που έχουν αναγάγει τον αγώνα εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ σε σκοπό της γελοίας τους ζωής. Αλλά και εκείνων που η πολιτική τους μυωπία είναι αντιστρόφως ανάλογη με την κατανόηση του κόσμου γύρω τους.Η ιστορία με τα γκάλοπΠέρυσι στις αρχές του χρόνου και μέχρι το Μάρτη έκαναν την εμφάνισή τους δημοσκοπήσεις που εμφάνιζαν το ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστά του 18%. Δεν είναι και λίγο από το 5% να “πηδάς” στο 18. Όπως δεν είναι και δύσκολο να καβαλήσεις το καλάμι. Αυτό έπαθε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και δεν εννοούμε μόνο τον Συνασπισμό αλλά ολόκληρο το ΣΥΡΙΖΑ. Το 18% θεωρήθηκε σχεδόν δεδομένο, και πάνω σε αυτό ο καθένας ξεδίπλωνε μια αντίστοιχη στρατηγική. Άλλοι για να στριμώξουν το ΠΑΣΟΚ, άλλοι για να συγκυβερνήσουν μαζί του και άλλοι για να τρέξουν ακόμα περισσότερο από “τα κάτω”. Ο καθένας δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να επαναλάβει τον εαυτό του και φυσικά να τον επιβεβαιώσει. Στην πραγματικότητα το 18% ήταν μια εξαιρετική στιγμή που συνέπιπτε με την κρίση του ΠΑΣΟΚ μετά την εκλογική ήττα και την εσωκομματική κρίση, το αίτημα για ανανέωση του πολιτικού σκηνικού που εξέφραζε ο μέχρι τότε αγαπητός αλλά και αλώβητος Τσίπρας και τέλος η δυσαρέσκεια από την αντιδραστική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Αυτά τα ποσοστά με τη σειρά τους δημιούργησαν ένα μαζικό έρωτα παλαιών αριστερών και λοιπών δυνάμεων προς το ΣΥΡΙΖΑ και μια διάθεση να τον πλαισιώσουν, πράγμα που φάνηκε και στη συμμετοχή στις διαδικασίες της 1ης πανελλαδικής συνάντησης (Μάρτης 08). Στον όλο ΣΥΡΙΖΑ αυτό θεωρήθηκε σαν ένα κλείδωμα του 18%. Οι παραλληλισμοί με την ΕΔΑ του 58, τη νεολαία Λαμπράκη και τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ έδιναν και έπαιρναν. Όμως στην συνέχεια ακολούθησε μια διαρκής σχεδόν “ανεξήγητη” πτώση. “Κάτι δεν κάναμε καλά για να πέφτουμε”. Σε αυτό υπάρχει απόλυτη συμφωνία, μόνο που αναλόγως αλλάζει το περιεχόμενο. Για την Ανανεωτική πτέρυγα υπεύθυνη είναι η “αριστερίστικη στροφή”, προφανώς του Δεκέμβρη. Τι κι αν η πτώση έχει ξεκινήσει από το καλοκαίρι με –1% κάθε μήνα! Αυτό το ξεχνάμε. Και τι κι αν το 18% συμβαίνει στο απόγειο του Αλαβάνου και του Τσίπρα. Και αυτό το ξεχνάμε. Είναι που ο καθένας βασίζεται στο ασθενές της μαζικής και ατομικής μνήμης. Από την άλλη (Κοκκινοπράσινο και φίλιες δυνάμεις σο ΡΙΖΑ) το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκμεταλλεύτηκε το “μεγάλο κύμα” που έφτασε και το άφησε να τον προσπεράσει χωρίς να το οργανώσει σε έναν ενιαίο φορέα που θα υπερβαίνει τις συνιστώσες του. Όμως το κύμα υποχωρεί σχεδόν αμέσως πριν καλά καλά προλάβει να φτάσει. Ακόμα κι αν οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισαν με ένα ορισμένο σκεπτικισμό την μαζική έφοδο προς το μέρος τους, αυτό δεν αρκεί για να εξηγήσει την άτακτη υποχώρηση του κύματος και την επαναφορά του σε πρότερες πολιτικές συμπεριφορές. Τα πράγματα πολλές φορές έχουν πιο προφανείς ερμηνείες. Η μαζική στροφή προς το ΣΥΡΙΖΑ είχε εξαρχής κοντά ποδάρια και επιφανειακά χαρακτηριστικά. Δεν οφειλόταν στην τρομερή δουλειά που έχει κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε στην αγωνιστική του στάση. Ίσως αυτό να τον έχει ενισχύσει σε ορισμένα στρώματα νεολαίας και εργαζομένων που ο Συνασπισμός του Κωνσταντόπουλου είχε ξεχάσει προ πολλού. Στην ουσία ποτέ δεν είχαμε μια μαζική πολιτική στροφή της ελληνικής κοινωνίας της κλάσης των δεκαετιών του 60 ή του 70 που να δικαιολογεί και τις αναλογίες (ΕΔΑ, ΠΑΣΟΚ) που γίνονται επ’ αυτού. Το 18% είχε στη βάση του στις αιτίες που προαναφέραμε, αλλά και σε ένα βαθμό σπρώχτηκε (χωρίς να είναι προϊόν συνομωσίας) από ορισμένα ισχυρά συγκροτήματα που έχουν τη δύναμη να διαμορφώνουν την “κοινή γνώμη” η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τις διαθέσεις ακόμα και πολύ συνειδητών ανθρώπων. Όμως όταν τα συγκροτήματα διαπίστωσαν ότι το παιχνιδάκι τους με τους Γιώργο και Βαγγέλη δημιουργεί προβλήματα ευρύτερων πολιτικών ισορροπιών, αποφασίζουν να το μαζέψουν. Κάποιο τρίτο κόμμα που θα “καθαρίσει” και θα ανανεώσει το σύστημα δεν βρίσκει ούτε πρόθυμους πολιτικούς ούτε χρηματοδότες, οπότε επιστροφή σε αυτά που ξέρουμε. Πόλωση ναι, αλλά προς τα πού;Από εκεί και πέρα δεν έχουμε ακριβώς κοινωνικά γεγονότα που πολιτικά θα μπορούσαν να κεφαλαιοποιηθούν από την αριστερά. Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και η νεολαιίστική εξέγερση, γεγονότα που ενώ έχουν σχέση αναμεταξύ τους δεν οδηγούν με ένα γραμμικό τρόπο, όπως νομίζει ένας μέσος αριστερός, στην αριστερά. Ενώ και τα δύο κάνουν εμφανή την συστημική κρίση του καπιταλισμού ταυτόχρονα ερεθίζουν και τα πλέον συντηρητικά ένστικτα ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων που έχουν φωλιάσει στον εγκέφαλό τους τις προηγούμενες δεκαετίες και που σε αυτά συνεχίζουν να αναπολούν πιο ανέμελες και ίσως πιο ευημερούσες στιγμές. Η τάση για την επιστροφή σε ένα πιο ισορροπημένο και ασφαλές παρελθόν και όχι η επανάσταση είναι μάλλον η πρώτη αντίδραση σε κρισιακές στιγμές που σπάει η καπιταλιστική κανονικότητα. Αυτό το βλέπουμε τώρα ακόμα πιο έντονα με την ωρολογιακή βόμβα του δεύτερου μεταναστευτικού κύματος από την Ασία και τη Β. Αφρική που εδώ και 3-4 χρόνια επιχειρεί διαμέσω της Ελλάδας να περάσει στην Ευρώπη. Το δράμα των αμέτρητων χιλιάδων απόκληρων που περιφέρονται στο κέντρο της Αθήνας, στην Πάτρα και άλλου, πεθαίνοντας κυριολεκτικά από την πείνα, αντί να εξεγείρει τις ντόπιες συνειδήσεις εναντίον της κοινωνικής αδικίας και του κράτους που τους έχει αφήσει στη μοίρα τους, τις κάνει ευάλωτες σε ρατσιστικές και απάνθρωπές συμπεριφορές, απαιτώντας λύσεις απαρτχάιντ μέχρι και να τους πνίγουν πριν πατήσουν σε ελληνικό έδαφος. Η κοινωνία μετά την κρίση και τον Δεκέμβρη πολώνεται, αλλά δυστυχώς όχι προς τα αριστερά. Αυτό η αριστερά πρέπει να το πάρει σοβαρά υπόψη της και να δει πως θα το αντιμετωπίσει πριν τα φασιστόμουτρα της κάθε χρυσής αυγής μαζί με τους ακροδεξιούς ρατσιστές δημαγωγούς του ΛΑΟΣ και τις ποικιλίες των πατριωτών που υπάρχουν σε κυνηγούς, απόστρατους, αγανακτισμένους, οικογενειάρχες κ.ο.κ. νιώσουν έτοιμοι να επιβάλλουν τις δικές τους λύσεις. Και μην πιστέψει κανείς ότι θα σταματήσουν μόνο στους “πακιστανούς” και τους “βρομιάρηδες” που έχουν καταλάβει το ιστορικό κέντρο της Αθήνας.Η τελευταία καθήλωση της αριστεράς σχετίζεται όχι με το μετριοπαθές πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε με την οργανωτική του αμηχανία, αλλά γιατί δεν βρίσκει τρόπο να τοποθετηθεί αναλόγως στα απανωτά γεγονότα του τελευταίου 6μήνου, χάνοντας έτσι τη διακριτή του ταυτότητα. Αυτό δεν σημαίνει πάλι ότι θα μπορούσε να υπερασπιστεί το δημοφιλές 18%. Πάλι θα έχανε. Αλλά θα κράταγε ένα στίγμα που θα του έδινε τη δυνατότητα να αντεπιτεθεί και να κερδίσει στα τμήματα εκείνα της νεολαίας και της εργατικής τάξης που πολώνονται προς τα αριστερά αηδιασμένα από την κρατική καταστολή και την ασυδοσία των μπάτσων που ασκούν πλέον όχι μόνο μεταναστευτική άλλά και εξωτερική πολιτική, από το ατελείωτο φαγοπότι των ατιμώρητων πλιατσικολόγων της κυβέρνησης που δεν έχουν αφήσει τίποτα όρθιο και από την οικοδόμηση ενός αστυνομικού κράτους που πετσοκόβει τα δημοκρατικά δικαιώματα και που καταδικάζει το 15% του πληθυσμού να ζει σε καθεστώς απαρτχάιντ (ναι, άνθρωποι χωρίς δικαιώματα= απαρτχάιντ). Η αυταπάτη που γίνεται εμφανής στην άνευρη προεκλογική καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την παλαιότερη εκλογική του πελατεία ή έστω με την αναζήτηση στα τυφλά του απολεσθέντος 18% που έχει επιστρέψει στο ΠαΣοΚ ή που κατέληξε στους Οικολόγους είναι εντελώς άστοχη. Αυτοί έχουν χαθεί γιατί ήθελαν να χαθούν. Έχουν ακόμα ανάγκη από αυταπάτες που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να τις δώσει. Γι’ αυτό και είναι μάταιο να προσπαθεί να ανταγωνιστεί τελευταία στιγμή τους “Οικολόγους” σε οικολογία ή να κατηγορεί τον Γ. Παπανδρέου ότι δημαγωγεί με τη λογοκοπία “σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα”. Αυτό όμως είναι το τίμημα μιας στρατηγικής που έχει επενδύσει το μέλλον της κοινωνικής αλλαγής στις διαθέσεις του εκλογικού σώματος το οποίο στην πλειοψηφία του άγεται και φέρεται από τους πανίσχυρους ιδεολογικούς μηχανισμούς διαμόρφωσης της “κοινής γνώμης”. Μιας αντίληψης που επιμένει να μετράει και να κυνηγάει ψήφους αντί να οργανώνει τις δυνάμεις του, δημιουργώντας άμεσες σχέσεις επικοινωνίας με τον κόσμο της αριστεράς, χωρίς αυτές να εξαρτώνται από τους τηλεαστέρες των 8 και τα στημένα γκάλοπ των κάθε είδους καραγκιόζηδων δημοσκόπων. Λίγο πριν την κάλπηΒαδίζοντας προς την κάλπη η κυβέρνηση και τα καθεστωτικά μέσα προπαγάνδας επιχειρώντας να στρέψουν το πολιτικό σκηνικό προς τα δεξιά έχουν ανοίξει τους ασκούς του Αίολου παίζοντας ανοιχτά το χαρτί του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Για ότι συμβαίνει σε αυτή τη χώρα φταινε οι “λαθρομετανάστες” που εξορισμού ταυτίζονται με το έγκλημα. Με αυτόν το τρόπο όχι μόνο αποσπούν την προσοχή από τα αίσχη της 5ετους διακυβέρνησής τους, αλλά στοχοποιούν τους μετανάστες προκείμενου να πληρώσουν αυτοί τις δικές τους λαμογιές. Για την ανεργία, τη φτώχεια, την υποβάθμιση στο κέντρο της Αθήνας, την εγκληματικότητα, τα ναρκωτικά για όλα φταινε οι “λαθρομετανάστες”. Πάνω σε αυτό το έδαφος εξιτάρουν όλα τα τρομοφοβικά μικροαστικά ένστικτα, για κάθε τι διαφορετικό, που κρύβει μέσα του ο μέσος καθυστερημένος, προκειμένου να χτίσει εκ νέου την εμπιστοσύνη στο καθεστώς, το κράτος, την αστυνομία, το κεφάλαιο και τα κόμματα του συστήματος. Μια νέα εθνική ενότητα με τα αφεντικά χτίζεται αυτή την ώρα στο πλέον αντιδραστικό έδαφος που θυμίζει τις πιο μαύρες εποχές της σύγχρονης ιστορίας. Εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ήρθαν στην Ελλάδα για ένα κομμάτι ψωμί, αφού πρώτα τους έστυψαν σαν λεμονόκουπες τώρα τα λαμόγια των αφεντικών τους μετατρέπουν σε αποδιοπομπαίους τράγους. Και το χειρότερο από όλα είναι ότι χιλιάδες ηλίθιοι σαν να ήταν έτοιμοι κι από χθες ετοιμάζονται να σώσουν από κοινού με τα αφεντικά τους και τα φασιστοειδή το έθνος που “κινδυνεύει”. Η επιχειρηματολογία έχει ξεφύγει πλέον από κάθε όριο. Οι “μαύροι” μετανάστες που βρωμάνε, που τους στέλνει βάσει σχεδίου η Τουρκία και που σε λίγα χρόνια θα είναι 5 ή και 10 εκατομμύρια ετοιμάζονται να καταλάβουν τη χώρα. Σε αυτό το τροπάρι τσιρίζουν τα κιτρινοκάναλα όλα μαζί από το πρωί μέχρι το βράδυ. Να η Μενάνδρου και η Σοφοκλέους, να τα πρεζόνια, να και οι μαύροι, να το ΟΚΑΝΑ, να το εφετείο, να τα κλειστά μαγαζιά να και οι φοβισμένοι έλληνες, να και οι παππούδες που τους έκλεψαν, να και οι “πολίτες” που είναι πασίγνωστο ότι είναι οι αλήτες της χρυσής αυγής, που αντιδρούν. Με την εμετική αυτή προπαγάνδα το κλίμα έχει γυρίσει. Το κεντρικό θέμα δεν είναι η κρίση, ο νεοφιλελευθερισμός, τα σκάνδαλα της κυβέρνησης, η ακρίβεια, η ανεργία, τα απλήρωτα δάνεια και οι κατασχέσεις αλλά οι “πακιστανοί”. Αυτό ακόμα δεν το κατάλαβε η αριστερά που για ακόμα μια φορά βρίσκεται μερικούς μήνες πίσω. Η επιθετικότητα και η αναίδεια των δημοσιογράφων απέναντι στους καλεσμένους -αν υπάρχουν- του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και του ΚΚΕ έχει ξεπεράσει κάθε ανεκτό όριο, και γίνεται ακόμα πιο προκλητική όταν την ίδια ώρα κωλογλύφουν τους φασίστες της χρυσής αυγής και τους ρατσιστές του ΛΑΟΣ. Και τι θα γίνει, ρωτάνε με ύφος γκεσταπίτη, τον Συνασπισμένο λες και είναι κυβέρνηση, με όλους αυτούς που έχουν μαζευτεί εδώ; Απολογήσου. Εσείς ρε αλήτες να απολογηθείτε που αφού τους βομβαρδίζετε στις χώρες τους και τις κάνατε ερείπια τώρα ζητάτε τα ρέστα από το Συνασπισμό. Λοιπόν για να μην επεκτεινόμαστε σε άλλο θέμα η αριστερά θα πρέπει στους κάθε είδους επίδοξους νεοταγματασφαλίτες να το κάνει ξεκάθαρο. Μαζέψτε τα ξερά σας, τα νταηλίκια και τα λόγια σας για τους μετανάστες για να μην σας πάρει ο διάολος και σας σηκώσει. Πάρτε το χαμπάρι, αν πιστεύετε ότι θα μετατρέψετε την Ελλάδα και την Ευρώπη σε 4ο Ράιχ είστε γελασμένοι. Αυτή τη φορά θα σπάσετε τα μούτρα σας. Αυτή πρέπει να είναι η αυστηρή προειδοποίηση ολόκληρης της αριστεράς και του κινήματος. Και μια τέτοια προειδοποίηση δεν μπορεί να μείνει στα λόγια. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αντιστραφεί το κλίμα και όχι μόνο εν όψει εκλογών. Το πρόβλημα είναι μπροστά μας και όποιος προσπαθεί να το αποφύγει το μόνο που καταφέρνει είναι να δίνει ολόκληρο το γήπεδο στους φασίστες και τους ρατσιστές.Η επιχείρηση λάσπης κατά του ΣΥΡΙΖΑ συνοδεύεται από ένα σπρώξιμο των Οικολόγων που αγγίζει τα όρια του γελοίου. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Βλέποντας ότι ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων που έχουν εγκαταλείψει οριστικά τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ κινούνται στα αριστερά η ανακάλυψη των οικολόγων σε συνδυασμό με την αποκαθήλωση του Συριζα αποτελεί μια κάποια λύση για όσους θέλουν να δώσουν ένα μήνυμα στο δικομματισμό. Ένα μήνυμα βεβαίως που μέσω των ανύπαρκτων οικολόγων θα επιστρέψει ως συμπληρωματική δύναμη σωτηρίας μέχρι να ορθοποδήσει το πολιτικό σύστημα. Και τι θα γίνει τώρα χωρίς το 18%;Για το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και για κάθε νοήμων αριστερό τα πράγματα καθώς φαίνεται δεν πάνε καλά. Ο δικομματισμός για ακόμα μια φορά αποδεικνύεται εφτάψυχος (το ΠΑΣΟΚ κοντεύει δημοσκοπικά το 40% στις εθνικές) και με μπόλικες εφεδρείες (Οικολόγοι με σπόνσορα το Σκαι και όλο το τηλεοπτικό και δημοσκοπικό στερέωμα και δεκάδες κομματίδια για τις ευρωεκλογές σε ρόλο αναχώματος, αρκεί να μην ψηφιστεί η αριστερά). Το τοπίο αντί να αλλάξει κοντεύει να γίνει καταθλιπτικό. Ποια κρίση του καπιταλισμού, ποια σκάνδαλα, κλεψιές, ρεμούλες, ποιος Δεκέμβρης , ποια δολοφονία του Αλέξη, ποιοι αγώνες που αν δεν νικάνε τουλάχιστον “αφήνουν παρακαταθήκες”… Τίποτα. Αρκεί μια υστερία για τους μετανάστες και την εγκληματικότητα για να κρυφτεί ο κόσμος σπίτι του και να φωνάζει την αστυνομία. Μετά απ’ όλα αυτά ξανά 9 και 7%; Αν δεν ανοίξει μια σοβαρή συζήτηση για το τι συμβαίνει εδώ ας μην αναρωτιόμαστε μετά τι συμβαίνει τόσα χρόνια και η αριστερά είναι στη γωνία. Αυτό που επιτέλους πρέπει να συνειδητοποιήσει ο κόσμος της αριστεράς είναι ότι η ψήφος των ανθρώπων στο μεγαλύτερο ποσοστό παραμένει τουλάχιστον για την αστικές δημοκρατίες της Ευρώπης μια ελεγχόμενη διαδικασία. Ο περισσότερος κόσμος παραμένει ανενεργός και αποστασιοποιημένος από τα κοινά. Αυτό δεν αφορά μόνο τα μικροαστικά στρώματα που από τη θέση τους στο σύστημα παραγωγής και ανταλλαγής παραμένουν απομονωμένα και σε ένα ανελέητο ανταγωνισμό τόσο αναμεταξύ τους όσο και με τους εργάτες και το κεφάλαιο. Ακόμα και ευρύτερα στρώματα εργαζομένων συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο. Οι ρυθμοί ζωής, οι ανάγκες της καθημερινότητες οι πολλαπλές υποχρεώσεις απομονώνουν τους εργαζόμενους από κάθε συλλογική διαδικασία. Ακόμα και η κατά καιρούς συμμετοχή σε μαζικές διαδικασίες καταλήγει αρκετές φορές σε απογοητεύσεις που το απομακρύνουν από την συλλογική αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Ο περισσότερος κόσμος δεν ιεραρχεί τα συμφέροντά του στη βάση της ταξικής του θέσης αλλά διαφορετικών ταυτοτήτων που έχει υιοθετήσει για το εαυτό του. Πολλοί εργάτες νιώθουν περισσότερο πατριώτες, χριστιανοί ή ολυμπιακοί και παναθηναϊκοί. Άλλοι βρίσκουν παρηγοριά σε μεταφυσικές ασχολίες και κάθε είδους χόμπι. Σε άλλους το δουλικό τους πνεύμα στη δουλειά βρίσκει την αναλογία του σε μια επίσης δουλική πολιτική συμπεριφορά, υιοθετώντας τις πολιτικές απόψεις των αφεντικών τους. Και τέλος οι πελατειακές σχέσεις των κομμάτων εξουσίας με τους ψηφοφόρους τους προκείμενου να βολευτούν κάπου στο δημόσιο ή έστω μέσω κάποιου εργολάβου σε κάποιο πρόγραμμα ή κάποια επιδοτησούλα ή έστω 3000 ως πυρόπληκτος κ.ο.κ. Όλα αυτά για φοβισμένα και άβουλα ανθρωπάκια είναι πολύ σημαντικά ζητήματα ικανά για να ταχθούν με το ένα ή το άλλο κυρίαρχο κόμμα. Η συμπεριφορά αυτή ενισχύεται τέλος από τα καθεστωτικά ΜΜΕ που στρεψοδικούν διαρκώς με την πραγματικότητα κάνοντας κυριολεκτικά πλύση εγκεφάλου σε εκατομμύρια ανθρώπους που η πληροφόρησή τους εξαρτάται αποκλειστικά από τα τηλεπαράθυρα των δελτίων των 8. Για να μην μιλήσουμε για τους δεκάδες χιλιάδες έμμισθους υπάλληλους των σωμάτων καταστολής και τους στρατού ή το προσωπικό που υπηρετεί άμεσα την οικονομική και πολιτική εξουσία και ζει απ’ αυτήν. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πως μέσα σε αυτό το πλέγμα σχέσεων διαμορφώνονται πλειοψηφίες και μειοψηφίες.Αυτό που ο κόσμος της αριστεράς πρέπει να συνειδητοποιήσει είναι ότι στο πεδίο αυτό η αντιπαράθεση είναι χαμένη πριν καν αρχίσει. Οι άνθρωποι ακόμα και αυτοί που συμπαθούν την αριστερά θα συνεχίζουν να ψηφίζουν ανάμεσα σε υπαρκτές και άμεσες λύσεις. Όσο το σχέδιο της αριστεράς θα παραπέμπει σε ένα απώτερο μέλλον ύστερα από πολλές δεκαετίες κανείς δεν πρόκειται να την πάρει στα σοβαρά. Πως όμως θα αλλάξει αυτή η αίσθηση του κόσμου; Πως η αριστερά που σήμερα είναι καταγραμμένη στο λαϊκό υποσυνείδητο ως δύναμη διαμαρτυρίας θα γίνει αντιληπτή ως δύναμη που μπορεί να φέρει την κοινωνική αλλαγή εφαρμόζοντας το πρόγραμμά της;Καλώς ή κακώς ο κόσμος νιώθει ανίσχυρος. Πάει με τον έναν ή το άλλον γιατί σε αυτό βλέπει μια λιγότερη οδυνηρή, αλλά πάντως εφικτή λύση. Για τα κόμματα εξουσίας η δύναμη τους βρίσκεται ακριβώς στο ότι ανήκουν στο σύστημα εξουσίας. Ότι χρησιμοποιούν έναν έτοιμο μηχανισμό. Για την αριστερά που υποτίθεται βρίσκεται στον αντίποδα αυτού του μηχανισμού η δύναμη είναι ο κόσμος της. Το συνειδητό εκείνο τμήμα της κοινωνίας που βρίσκεται στρατευμένο μαζί της. Άνθρωποι με μια άλλη ποιότητα από το μέσο φοβισμένο και υποτακτικό ανθρωπάκι που περπατάει στα γόνατα αν δεν ρουφιανεύει στο αφεντικό του και τον μπάτσο της γειτονιάς. Η αριστερά θα έλθει στο προσκήνιο όταν σταματήσει κλαψουρίζει και χτυπήσει δυνατά το χέρι στο τραπέζι. Τότε θα γυρίσουν να την κοιτάξουν οι πάντες. Όταν θα σταματήσει να ζητάει το λόγο από τον κάθε γκεμπελίσκο του συστήματος. Όταν οι δυνάμεις της συντεταγμένα και αποφασισμένα στο δρόμο επιβάλουν λύσεις. Όχι γενικώς διαμαρτυρίες και μετά κλάψες και απολογίες. Λύσεις στα ζητήματα αιχμής. Στο εφετείο, στον Άγιο Παντελεήμονα, στην Ομόνοια. Εκεί διαμορφώνεται τώρα η κοινή γνώμη. Νερό και ρεύμα στο εφετείο τώρα. Να καθαριστεί να απολυμανθεί και να φωτιστεί. Να περνάμε απ’ έξω και να λάμπει. Δεν το δίνουν για ξενώνα. Να τον κάνουν οι δυνάμεις του οργανωμένου κινήματος. Να δώσουν λύση στους απόκληρους μετανάστες αλλά και στη γειτονιά. Στη Μενάνδρου και στην Ομόνοια το αίσχος της ανήλικης πορνείας και των ναρκωτικών που ανθεί με την ανοιχτή κάλυψη και ανοχή ή και συμμετοχή της αστυνομίας. Να την καθαρίσουμε εμείς. Να κλείσουν τώρα τα μπουρδέλα της ανήλικης πορνείας. Να δοθεί στέγη και δουλειά στα ανήλικα κορίτσια. Να τσακιστούν οι μπράβοι και οι προστάτες τους. Να μπει ένα άμεσο τέλος στο εμπόριο μεθαδόνης και ηρωίνης. Να τσακιστούν οι συμμορίες των εμπόρων που δρουν με την κάλυψη της αστυνομίας. Να νομιμοποιηθούν οι ουσίες και να δίνονται στους άρρωστους χρήστες από τα νοσοκομεία. Μόνο έτσι θα διαλυθούν τα βρωμερά κυκλώματα. Να μας πουν οι αλήτες γιατί η χώρα έχει γεμίσει ναρκωτικά και γιατί η πολιτεία στο ίδιο διάστημα δεν διεξάγει καμία καμπάνια για το θέμα. Τέρμα οι αηδίες και τα παραμυθάκια. Η χώρα έχει γεμίσει ναρκωτικά γιατί αυτή είναι η επίσημη γραμμή του κράτους. Είναι ένας τρόπος να έχει κοιμισμένη τη μισή νεολαία ευάλωτη στους εμπόρους και την καταστολή. Ναρκωτικά σημαίνει αύξηση μιας ιδιαίτερης μορφής εγκληματικότητας που κατευθύνεται κυρίως σε μικροκλοπές κατά επίσης ανήμπορων γέρων, γριών και γυναικών που περπατάνε στο δρόμο ή και μέσα στο σπίτι τους. Και αυτό τους εξυπηρετεί γιατί έτσι μένουν στο απυρόβλητο αφού το άμεσο δεν είναι η τράπεζα που ρημάζει τον κόσμο, ούτε το αφεντικό που δίνει χαμηλά μεροκάματα αλλά οι μικροκλέφτες, τα πρεζόνια και τώρα οι πακιστανοί. Η αριστερά αν θέλει να ξαναμπεί στο παιχνίδι πρέπει να το κάνει επιθετικά χωρίς αναστολές και υπεκφυγές. Ο αγώνας ενάντια στο κεφάλαιο, το δικομματισμό και το κράτος προϋποθέτει ένα ισχυρό μέτωπο των καταπιεσμένων και μια αριστερά άξια εμπιστοσύνης. Τα προγράμματα των 70 και των 300 σελίδων δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα σε αυτό τον αγώνα. Δεν τα διαβάζει κανείς και ούτε πρόκειται να τα διαβάσει παρά μόνο λίγοι και μυημένοι. Μα είναι αυτό ορθόδοξος τρόπος για να κερδίσουμε τον κόσμο με το μέρος μας; Δεν πρέπει πρώτα να αλλάξει η συνείδηση των ανθρώπων για να έλθουν μαζί μας; Όχι η συνείδηση δεν πρόκειται να αλλάξει σιγά-σιγά, όση προπαγάνδα και να κάνουμε. Ο κόσμος πάει εκεί που βλέπει άμεσα λύσεις. Και η αριστερά μπορεί να δείξει ότι αποτελεί τη λύση, όχι περιμένοντας να πειστεί και ο τελευταίος από το πρόγραμμά της, αλλά από τώρα και όπου μπορεί. “Μα χρειάζονται δυνάμεις για όλα αυτά”. Φυσικά χρειάζονται δυνάμεις. Αλλά δυνάμεις που μπορούν να κινητοποιηθούν, όχι απλά συμπαθούντες και ψηφοφόροι. Γι’ αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία να δοθεί το βάρος στη συγκέντρωση ποιοτικών, μάχιμων δυνάμεων παρά στο μεγάλωμα μια αβέβαιης εκλογικής επιρροής στο έδαφος της διαμαρτυρίας και όχι της λύσης. Τότε τι νόημα έχουν οι εκλογές;Θα πει κανείς, υπενθυμίζοντας τη γνωστή φράση του Μαρξ “αν οι εκλογές άλλαζαν το σύστημα θα ήταν παράνομες”. Πολύ σωστά αν μιλάμε για το πώς αλλάζει μια κοινωνία. Όποιος νομίζει ότι ο κοινωνικός μετασχηματισμός μπορεί να βαδίσει πάνω στα περιθώρια που αφήνει το υπάρχων συνταγματικό και θεσμικό σύστημα θα περιμένει πολλούς αιώνες ακόμα. Δυστυχώς καμία σημαντική αλλαγή στη σύγχρονη ιστορία δεν προέκυψε με αυτόν το δρόμο, μέσα δηλαδή από μια νόμιμη κοινοβουλευτική διαδικασία κατάκτησης της πλειοψηφίας. Αν κανείς θεωρεί ότι αυτή η πλειοψηφία είναι προϊόν υποκλοπής και χειραγώγησης της ψήφου τότε δεν έχει κανένα λόγο να δεσμεύεται από το αποτέλεσμα της κάλπης. Ακόμα και σοσιαλδημοκράτες όπως ο Λέον Μπλουμ (ηγέτης των γάλλων σοσιαλιστών στα ‘20 και ‘30 και πρωθυπουργός του Λαϊκού Μετώπου το 1936) “ενώ θεωρητικοποιούσε την άρνησή του για μια επανάσταση σοβιετικού τύπου αναζήτησε τα όρια της κοινωνικής μεταλλαγής με την καθολική ψηφοφορία ως μοναδικό όπλο”1. “Τα ερωτήματα που έθεσε ο Λ. Μπλουμ είναι ακόμα επίκαιρα: “Σήμερα ζούμε μια πλήρη πραγματικότητα; Η επιρροή του αφεντικού και του ιδιοκτήτη δεν βαραίνει, άραγε, στους ψηφοφόρους μέσω της πίεσης που ασκούν οι οικονομικές εξουσίες και ο τύπος; Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας είναι, άραγε, εκείνο της ψήφου του κάθε ελεύθερου ψηφοφόρου, ελεύθερου από άποψη κουλτούρας της σκέψης, ανεξαρτησίας του ατόμου; Και για να απελευθερώσουμε το άτομο, δεν είναι άραγε απαραίτητη η επανάσταση” 2 Αλλά όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά και για το αν η άρχουσα τάξη θα σεβαστεί ένα εκλογικό αποτέλεσμα που δεν θα της είναι αρεστό: “Δεν είμαστε σίγουροι ότι οι εκπρόσωποι της σημερινής κοινωνίας τη στιγμή που οι θεμελιώδεις αρχές μοιάζουν να απειλούνται δεν θα βγουν και οι ίδιοι έξω από τα όρια της νομιμότητας” 3. Και εφόσον υπάρχει πάντα ανοιχτό ένα τέτοιο ενδεχόμενο από την άρχουσα τάξη ή έστω ορισμένα τμήματά της δεν υπάρχει κανένας λόγος οι αντίπαλοί της να δεσμεύονται από την υπάρχουσα νομιμότητα και να τη θεωρούν το απόλυτο θέσφατο. “Στη Γαλλία, υπογράμμιζε ο Λ. Μπλουμ, ποτέ η δημοκρατία δεν εδραιώθηκε από μια νόμιμη ψήφο σύμφωνη με τις συνταγματικές επιταγές. Εδραιώθηκε χάρη στη θέληση του εξεγερμένου λαού ενάντια στην υπάρχουσα νομιμότητα” 4 Η ενασχόληση με τις εκλογές δεν σημαίνει όπως νομίζει ένας αναρχικός και την αποδοχή της αστικής νομιμότητας, έστω ενός μοναδικού δρόμου για την κοινωνική αλλαγή. Πρόκειται απλώς για χρήση ενός από τα δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας. Το δικαίωμα της καθολικής ψήφου. Υπάρχουν κι αλλά που όλοι χρησιμοποιούν χωρίς να γίνεται λόγος. Το δικαίωμα στη συνάθροιση και τη διαδήλωση, της ελευθέριας του τύπου και της διακίνησης των ιδεών, της συνδικαλιστικής οργάνωσης και τόσα άλλα που χρησιμοποιούν οι αναρχικοί ακόμα και οι οργανώσεις ένοπλης βίας (όταν δημοσιεύονται οι προκηρύξεις τους στον τύπο με δική τους θέληση) χωρίς να θεωρεί κανείς ότι προδίδουν κανέναν αγώνα. Όσο “διαβρώνει” η συμμετοχή στις εκλογές άλλο τόσο διαβρώνει και η χρησιμοποίηση των νόμιμων δικαιωμάτων και μορφών πάλης. Τα αστικά πολιτικά και συλλογικά δικαιώματα καλά θα κάνουμε να τα ξέρουμε και να τα χρησιμοποιούμε. Για παράδειγμα να κάνει κανείς μήνυση όταν πέφτει θύμα κρατικής καταστολής ή καταγγελία στον εργοδότη του όταν τον απολύει παράνομα. Επίσης να χρησιμοποιούμε το δικαίωμα οικιακού ασύλου (ατομικό) ή του πανεπιστημιακού (συλλογικό). Ή το δικαίωμα να έχουμε δικηγόρο αν συλληφθούμε ή περάσουμε από δίκη. Τι λετε, αυτά πρέπει να τα χρησιμοποιούμε ή σημαίνει ότι όποιος τα επικαλεστεί ότι υποτάσσεται στα όρια της αστικής δημοκρατίας και νομιμότητας. Για τους αναρχικούς και τους κάθε είδους οπαδούς της αποχής από το εκλογικό πανηγύρι είναι πολύ επιλεκτική η χρήση των αστικών δικαιωμάτων. Ειδικά όταν πρόκειται για την ψήφο παθαίνουν αναφυλαξία. Όμως είναι και εντελώς ασυνεπείς όταν χρησιμοποιούν τα υπόλοιπα. Η αποχή από τις εκλογές είναι τόσο βλακώδης όσοι το να πας σε δίκη χωρίς δικηγόρο. Βεβαίως αν πρόκειται κατά τη διάρκεια της δίκης σου να γίνει επανάσταση και να σε απελευθερώσει ο εξεγερμένος λαός κανένα πρόβλημα. Τι να τον κάνουμε τον δικηγόρο; Το ίδιο όμως ισχύει και με τις εκλογές. Αν είναι να γίνει επανάσταση, με τις εκλογές θα ασχολούμαστε; Αλλά μέχρι τότε θα χρησιμοποιούμε όλα τα δικαιώματα μας και κάθε τι που θα δυσκολεύει την αστική εξουσία να νομιμοποιεί κοινοβουλευτικά ή δικαστικά την εξουσία της και την αυθαιρεσία της. Εμείς λοιπόν συμμετέχουμε στις εκλογές και δεν θα απολογηθούμε σε κανέναν γι’ αυτό. Κάθε μέσο που βοηθάει στη συσπείρωση των δυνάμεών μας και στην απονομιμοποίηση της αστικής εξουσίας είναι θεμιτό. Αυτό σημαίνει σήμερα ψήφο στην αριστερά και όχι αποχή. Κάθε αποχή και κάθε άκυρο από έναν αντίπαλο της άρχουσας τάξης είναι ένα ακόμα δώρο στους πολιτικούς της υπηρέτες και στην πιο ελεεινή κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Ας το θυμηθούν όλοι αυτοί όταν θα τους το υπενθυμίζει η κυβέρνηση όταν θα επικαλείται για τα αίσχη της τη βούληση του λαού. Σε ποια αριστερά;Στο ΣΥΡΙΖΑ και πουθενά αλλού. Όχι στο ΚΚΕ γιατί σε όλες τις οριακές μάχες των τελευταίων τριών χρόνων στήριξε την κυβέρνηση. Η στάση του στο Δεκέμβρη ήταν αισχρή με άρθρα που δικαιολογούσαν ανοιχτά τον δολοφόνο μπάτσο του 16χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου. Οι δυναμικές κινητοποιήσεις των μαθητών και της νεολαίας αντιμετωπίστηκαν με τόνους λάσπης και συκοφαντίας από τα στελέχη του ΚΚΕ που δεν έπαψαν στιγμή από κοινού με την αντίδραση, τους μπάτσους και “αγανακτισμένους” πολίτες να ζητάνε το κεφάλι του ΣΥΡΙΖΑ που “χάιδευε τους κουκουλοφόρους”. Το κόμμα αυτό σε κάθε κρίσιμη στιγμή δίνει χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση. Σε αυτό το σημείο ο Γ. Παπανδρέου έχει απόλυτο δίκιο: Η ηγεσία του ΚΚΕ είναι ο αριστερός ψάλτης της δεξιάς. Στα σκάνδαλα κράτησε την ίδια μεσοβέζικη στάση, μιλώντας περί διαχρονικών –και παραγραμμένων- ευθυνών πετώντας έτσι σωσίβιο σωτηρίας στον Καραμανλή και τους κλέφτες της δημόσιας περιουσίας. Το κόμμα αυτό πρέπει να τιμωρηθεί και να απομονωθεί από το λαό της αριστεράς. Είναι ο μόνος τρόπος, αν υπάρχει τέτοιος, για να βάλει μυαλό η διασπαστική και σεχταριστική του ηγεσία. Τα ψηφοδέλτια της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς για ακόμη μια φορά δεν θα εκφράσουν τίποτα περισσότερο από αυτό που είναι. Μια αριστερά που μπορεί να διατηρεί μια προπαγανδιστική σχέση με ένα αδιόρατο επαναστατικό παρελθόν αλλά που επί της ουσίας έχει εδώ και καιρό χάσει το παιχνίδι να καταγραφεί στη συνείδηση ευρύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης σαν μια τρίτη υπαρκτή αριστερά. Η αριστερά αυτή στην πραγματικότητα έχει χάσει κάθε ορμή που είχε τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και από τότε απλώς συνεχίζει να γερνάει ενώ η πορεία της είναι εντελώς προβλέψιμη. Να συνεχίζει να φυτοζωεί στο πολιτικό περιθώριο, πάρα τις φιλότιμες αλλά αποσπασματικές προσπάθειες εκατοντάδων αγωνιστών σε μια σειρά από κοινωνικούς και θεματικούς χώρους. Κάποτε θα πρέπει οι αγωνιστές αυτοί να σκεφτούν τι δεν πάει καλά μετά από τρεις δεκαετίες επίπονης δουλειάς χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ο χώρος αυτός θα πρέπει να κάνει ένα σοβαρό απολογισμό. Η αριστερά αυτή γεννήθηκε ή αναζωογονήθηκε από το Μάη του 68 και τα πέριξ αυτού γεγονότα. (Βιετνάμ, Πολιτιστική, Πράγα, Ιταλικό φθινόπωρο, Χιλή, Πορτογαλία, Πολυτεχνείο). Όχι μόνο εδώ αλλά σε όλο τον κόσμο. Τότε ο κόσμος που συσπείρωνε αυτή η αριστερά, με ότι προβλήματα και αν είχε, πίστευε στην άμεση προοπτική της επανάστασης. Τώρα δεν πιστεύει σε τίποτα περισσότερο από ότι πιστεύει και ο κόσμος της ευρύτερης αριστεράς. Η κρίση έχει ανοίξει μια νέα ιστορική περίοδο. Ένα νέο μακρύ κύμα ύφεσης είναι μπροστά μας μετά από μια εικοσαετία που το κεφάλαιο έκανε πάρτι σε όλο τον πλανήτη συσσωρεύοντας τεράστια υπερκέρδη αλλά ταυτόχρονα στρώνοντας το δρόμο για τη σημερινή κρίση. Κάθε κύμα φέρνει μαζί του και μια ανάλογη αριστερά. Το 90 έφερε την αριστερά της υποταγής και της μιζέριας. Τώρα ίσως φέρει την αριστερά της αντεπίθεσης και της νίκης. Υπάρχουν σημάδια αυτής της ανανέωσης στο ΣΥΡΙΖΑ, το Μπλόκο στην Πορτογαλία το Νέα Αντικαπιταλιστικό Κόμμα στη Γαλλία. Όποιος συνεχίζει να θεωρεί την επανάσταση μια πιθανότητα για το άμεσο μέλλον, όποιος συνεχίζει να πιστεύει ότι ο σοσιαλισμός είναι κυρίως επιλογή και όχι το αναπόφευκτο της ιστορικής εξέλιξης, όποιος πιστεύει στην ανθρώπινη θέληση και όχι στο φαταλισμό ας δώσει τη μάχη. Οι υπόλοιποι ας συνεχίσουν να προσεύχονται. Μπορεί ο σοσιαλισμός να έλθει μαζί με τη δευτέρα παρουσία.1. 3. Le Monde Diplomatique, Κ. Ελευθεροτυπία, σελ. 324. Le Monde Diplomatique, Κ. Ελευθεροτυπία, σελ. 32, Leon Blum, L’ideal socialiste, La Revue de Paris, Μάιος 1924
K. Μαραγκός

Σάββατο 16 Μαΐου 2009

Μαθήματα από την πάλη ενάντια στο φασισμό

Μαθήματα από την πάλη ενάντια στο φασισμό
Σε όλη την Ευρώπη οι φασίστες τα τελευταία χρόνια προσπαθούν να σηκώσουν κεφάλι. Σε Αυστρία και Ιταλία τα κόμματα των Χάιντερ και Φίνι αντίστοιχα συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Στη Γαλλία ο Λεπέν διατηρεί υπολογίσημα εκλογικά ποσοστά. Στη Βρετανία οι πρόσφατες επιτυχίες των φασιστών στις δημοτικές εκλογές τους αποθράσσυναν τόσο, ώστε προσπαθούν να οργανώσουν πογκρόμ κατά μεταναστών. Η μελέτη της ιστορικής εμπειρίας και των μαρξιστικών παραδόσεων γύρω από το ζήτημα είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε προκειμένου να φράξουμε το δρόμο στα φασιστικά αποβράσματα.
Ο ιστορικός ρόλος του φασισμού - δημοκρατία και φασισμός
Όσο η αστική κοινωνία βουλιάζει μέσα στην οικονομική κρίση, τόσο περισσότερο οι καπιταλιστές κατανοούν ότι δεν μπορούν να ξεπεράσουν την κρίση και να πάρουν μια μικρή παράταση ζωής παρά μόνο ρίχνοντας στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο την εργατική τάξη και παίρνοντας πίσω όλες τις κατακτήσεις της. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία και ο φασισμός είναι μορφές ταξικής κυριαρχίας του μονοπολιακού κεφαλαίου.
- Αλλά η κυρίαρχη τάξη δεν ζει στα κενά. Διατηρεί κάποια σχέση με τις άλλες τάξεις. Στο δημοκρατικό καθεστώς της εξελιγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας, η μπουρζουαζία στηρίζεται κυρίως πάνω στην εργατική τάξη που την έχουν μερέψει οι ρεφορμιστές. (Τρότσκι, Και Τώρα;)
Το αντίτιμο που πρέπει να πληρώνει η κεφαλαιοκρατία γι αυτή την εκδούλευση του ρεφορμισμού είναι ακριβό (κοινωνική νομοθεσία, πρόνοια). Γι αυτό και η κοινοβουλευτική δημοκρατία αποδεικνύεται ακατάλληλη να φέρει σε πέρας την πολιτική που χρειάζεται η αστική τάξη στις συνθήκες του παρακμάζοντος καπιταλισμού.
- - Εδώ αρχίζει το ιστορικό έργο του φασισμού. Στήνει στα πόδια τους τις τάξεις που στέκονται αμέσως πάνω από το προλεταριάτο και φοβούνται μήπως κατρακυλήσουν στις γραμμές του, τις οργανώνει και τις στρατιωτικοποίει με τα μέσα του χρηματιστικού κεφαλαίου, κάτω από τη σκέπη του επίσημου κράτους και τις προσανατολίζει προς την καταστροφή των εργατικών οργανώσεων, από τις πιο επαναστατικές ως τις πιο μετριοπαθείς. Ο φασισμός δεν είναι απλώς ένα σύστημα καταπίεσης, πράξεων βίας και αστυνομικής τρομοκρατίας. Είναι ένα ιδιαίτερο κρατικό σύστημα, θεμελιωμένο στην εξολόθρευση όλων των στοιχείων της προλεταριακής δημοκρατίας μέσα στην αστική κοινωνία. Η αποστολή του δεν είναι μονάχα να συντρίψει την εργατική πρωτοπορία, αλλά και να κρατήσει ολόκληρη την τάξη σε μια κατάσταση αναγκαστικού κατακερματισμού. (Τρότσκι, Και Τώρα;)
Ολόκληρη η πολιτική τέχνη του φασισμού συνίσταται στη συνένωση των κατεστραμμένων μικροαστικών μαζών σε μια συμπαγή εχθρότητα απέναντι στους εργάτες. Ο φασισμός βάζει τις μικροαστικές μάζες στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου, χρησιμοποιώντας τες σαν ενεργητική κοινωνική βάση για τη διάλυση και την καταστροφή των συνδικαλιστικών οργανώσεων και κομμάτων της εργατικής τάξης. Σαν μαζικό κίνημα ο φασισμός είναι το κόμμα που ενώνει την απελπισία των μικροαστικών μαζών κάτω από τον καπιταλισμό με την τρομοκρατική πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου. Είναι το κόμμα της αντεπαναστατικής απελπισίας.
Η φασιστική δημαγωγία είναι μια σφοδρή καταδίκη του κοινοβουλευτισμού που καλύπτει τους απατεώνες πολιτικούς και όσους θησαυρίζουν απ' τα σκάνδαλα και τις ρεμούλες. Στρέφεται ενάντια στους τραπεζίτες που συσσωρεύουν κέρδη ενώ ο "απλός κοσμάκης", οι "νοικοκυραίοι" μικροαστοί καταστρέφονται.
Ο Τρότσκι περιγράφει με καταπληκτική σαφήνεια την πολιτική ουσία του φασισμού:
- - Με το φασιστικό πρακτορείο η κεφαλαιοκρατία κινητοποιεί τις μάζες της λυσσασμένης μικρομπουρζουαζίας, τις συμμορίες των ξεπεσμένων, τους εξαχρειωμένους λούμπεν-προλετάριους, όλες αυτές τις αναρίθμητες υπάρξεις που το ίδιο το χρηματιστικό κεφάλαιο σπρώχνει στην απελπισία και τη λύσσα. Η κεφαλαιοκρατία απαιτεί από το φασισμό "ειδική" εργασία: από τη στιγμή που υιοθετεί τις μεθόδους του εμφυλίου πολέμου θέλει να έχει ειρήνη για πολλά χρόνια. Και ο φασισμός χρησιμοποιώντας τη μικρομπουρζουαζία σαν κριό και εκμηδενίζοντας κάθε τι στο πέρασμά του, συνεχίζει το έργο του ως το τέρμα (…) Η φασιστικοποίηση του κράτους σημαίνει … πριν απ' όλα και πάνω απ' όλα καταστροφή των εργατικών οργανώσεων, ξεπεσμό του προλεταριάτου σε μια άμορφη κατάσταση. (Τρότσκι, Και Τώρα;)
Από τον κοινοβουλευτισμό στο φασισμό
Η ώρα των φασιστικών προκλήσεων έρχεται όταν η οικονομική κρίση στρέφει την εργατική τάξη σε μαζικούς αγώνες. Το θερμόμετρο της ταξικής πάλης ανεβαίνει επικίνδυνα. Οι φασίστες αρχίζουν τις επιθέσεις επιχειρώντας να αποδείξουν στην αστική τάξη ότι είναι οι μόνοι κατάλληλοι να τσακίσουν το ογκούμενο εργατικό κίνημα. Η αστική τάξη απ' τη μεριά της, απορρίπτοντας τα δημοκρατικά - κοινοβουλευτικά της πρακτορεία (κόμματα) δεν μπορεί ωστόσο ακόμα να εμπιστευτεί τους φασίστες. Κατά κανόνα, στο ενδιάμεσο, μεταξύ της χρεοκοπίας του κοινοβουλευτισμού και της επικράτησης του φασισμού σχηματίζονται ασταθείς κυβερνήσεις "τάξεως" και "εθνικής ανάγκης", γνωστές σαν βοναπαρτιστικές. Τέτοιες υπήρξαν οι κυβερνήσεις Φάκτα στην Ιταλία και οι κυβερνήσεις Μπρίνινγκ, Πάπεν, Σλάϊχερ στη Γερμανία πριν την επικράτηση του Μουσολίνι και του Χίτλερ αντίστοιχα.

-"Το ανθρώπινο υλικό του ο φασισμός το βρίσκει ιδιαίτερα στους κόλπους της μικροαστικής τάξης, η οποία τελικά καταστρέφεται από το μεγάλο κεφάλαιο. Με την σημερινή κοινωνική διάρθρωση , δεν υπάρχει σωτηρία γι αυτήν . Αλλά και εκείνη δεν βλέπει άλλη διέξοδο. Την δυσαρέσκεια της , την εξέγερση της , την απελπισία της οι φασίστες την αποστρέφουν από το μεγάλο κεφάλαιο και την στρέφουν εναντίον των εργατών. Μπορεί κανείς να πει για το φασισμό ότι είναι μια χειρουργική επέμβαση για εξάρθρωση των εγκεφάλων των μικροαστών προς το συμφέρον των χειρότερων εχθρών τους. Έτσι, το μεγάλο κεφάλαιο καταστρέφει πρώτα τις μεσαίες τάξεις , και ύστερα με την βοήθεια των πληρωμένων πρακτόρων του, των δημαγωγών φασιστών , στρέφει την απελπισμένη μικροαστική τάξη εναντίον του προλεταριάτου".( Τρότσκι , Που βαδίζει η Γαλλία;)
Με τις βοναπαρτιστικές κυβερνήσεις το κεφαλαίο ανιχνεύει την δυνατότητα να εφαρμόσει την πολιτική που έχει ανάγκη χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στο φασισμό . Στην κατεύθυνση αυτή αξιοποιεί την κοινοβουλευτική υποστήριξη της ρεφορμιστικής σοσιαλδημοκρατίας. Οι βοναπαρτιστικές κυβερνήσεις συνδυάζουν μια στοιχειώδη κοινοβουλευτική κάλυψη με μια εντεινόμενη αστυνομική ή\και στρατιωτική καταστολή σε βάρος του εργατικού κινήματος . Ανέχονται τις φασιστικές προκλήσεις, χωρίς όμως να διαλύουν τις μαζικές εργατικές οργανώσεις.Όμως η υποστήριξη της σοσιαλδημοκρατίας, που στηρίζεται στις εργατικές οργανώσεις, επιβάλλει στην αστική ταξί να προχωρά προσεχτικά σε κάθε βήμα, χωρίς να μπορεί τελικά να φτάσει πιο πέρα από ημίμετρα.
-"Το σύστημα των γραφειοκρατικών διαταγμάτων είναι άστατο, αβέβαιο , ελάχιστα βιώσιμο. Το κεφάλαιο έχει ανάγκη από μιαν άλλη πολιτική , πιο αποφασιστική . Η υποστήριξη της σοσιαλδημοκρατίας , που πρέπει να απευθύνεται στους ίδιους τους εργάτες της , δεν είναι μονάχα ανεπαρκή ς για αυτό τον σκοπό -αρχίζει κιόλας να το στεναχωρεί. Η περίοδος των ημίμετρων πέρασε. Για να προσπαθήσει να βρει μια καινούρια διέξοδο, η μπουρζουαζία πρέπει να απαλλαγεί ολότελα από την πίεση των εργατικών οργανώσεων ,να τις παραμερίσει , να τις καταστρέψει , να τις διασκορπίσει." (Τρότσκι, Και τώρα )
Επιπλέον η χρήση της αστυνομικοστρατιωτικής μηχανής για την καταστολή των εργατικών αγώνων εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους για την επιβίωση του καπιταλισμού.
-" Μα η δυσαρέσκεια των εργατών και των χωρικών δεν μπορεί να πνιχτεί με την αστυνομία μονάχα. Πάρα πολύ συχνά είναι αδύνατον να βάζεις τον στρατό να βαδίσει ενάντια στο λαό, γιατί μέσα στο στρατό αρχίζει η αποσύνθεση και στο τέλος πολλοί από τους στρατιώτες περνάνε με το μέρος του λαού".(Τρότσκυ , Που βαδίζει η Γαλλία;)
-" Η ώρα του φασιστικού καθεστώτος φτάνει την στιγμή που τα " κανονικά" αστυνομικό στρατιωτικά μέσα της αστικής δικτατορίας με το κοινοβουλευτικό τους περικάλυμμα αποδείχνονται ανεπαρκή για να διατηρηθεί η κοινωνία σε ισορροπία". ( Τρότσκι, Και τώρα;)
Στο μεταξύ οι φασιστικές τιμωρίες συνεχίζοντας την δημαγωγία, αναπτύσσονται σε βάρος των κοινοβουλευτικών κομμάτων που υποστήριζαν μέχρι τότε οι μικροαστικές μάζες και εντείνουν τις τρομοκρατικές αντεργατικές τους επιθέσεις. Η αστική τάξη καταλαβαίνει ότι μόνο με την ολοκληρωτική καταστροφή και την απαλλαγή από τις εργατικέ οργανώσεις θα κατορθώσει να προωθήσει στο συνόλο τους τα μέτρα περιστολής των εργατικών κατακτήσεων , μείωσης μισθών κλπ που έχει ανάγκη. Φτάνει η στιγμή που η κεφαλαιοκρατία υιοθετεί ανοικτά μεθόδους εμφυλίου πολέμου και στηρίζει απροκάλυπτα τις απόπειρες των φασιστών για εγκαθίδρυση της δικτατορίας τους . Είναι η τελευταία της εφεδρεία .
ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΠΌ ΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΟΥ 30
Ο φασισμός δεν περιορίζεται στην βία ενάντια στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης, αλλά καταστρέφει και εκθεμελιώνει όλες τις εργατικές οργανώσεις και όλες τις μαζικές λαϊκές συλλογικότητες. Η σοσιαλδημοκρατία αντίθετα στηρίζει όλη της την επιρροή πάνω στις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου. Στο κοινοβουλευτικό καθεστώς η σοσιαλδημοκρατία παραλύει την μαχητική δύναμη των εργατών, γι αυτό άλλωστε και είναι χρήσιμη στην αστική τάξη. Στο βαθμό όμως που η αστική τάξη καταφεύγει στον φασισμό, η σοσιαλδημοκρατία δεν της είναι πλέον χρήσιμη. Με δυο λόγια: όταν το κεφάλαιο αποφασίζει να εμπιστευθεί τον τρομοκράτη πράκτορα του , δεν χρειάζεται πλέον τον συμφιλιωτή πράκτορα του. Είναι φανερό ότι η επικράτηση του φασιστικού καθεστώτος είναι ολέθρια για την σοσιαλδημοκρατία και την συνδικαλιστική γραφειοκρατία της . Πάνω σε αυτή την ασυμβίβαστη αντίφαση ανάμεσα στον φασισμό και τις εργατικές οργανώσεις στις οποίες στηρίζεται η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να βασίζουν την τακτική τους οι κομμουνιστές.
Δυστυχώς κάτω από τις οδηγίες της γραφειοκρατικοποιημένης κομμουνιστικής διεθνούς αλλά και άμεσα του ίδιου του Στάλιν , οι ηγέτες του ΚΚ Γερμανίας ( Τέλμαν ,Ρέμελε,) ακολούθησαν μία εκ διαμέτρου αντίθετη πολιτική. Αρχικά θεωρούσαν αδύνατη την νίκη του φασισμού. Αργότερα όταν οι Ναζί συγκέντρωναν τεράστια εκλογικά ποσοστά , ο ηγέτης του ΚΚΓ Ρέμελε δήλωνε : " οι κ.κ. φασιστές δεν μας τρομάζουν , θα χρεοκοπήσουν πιο γρήγορα από οποιασδήποτε άλλη κυβέρνηση". Επιπλέον το ΚΚΓ χαρακτήριζε το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ( ΣΚΓ) σαν " σοσιαλφασιστικό" και απηύθυνε τελεσίγραφα στους εργάτες του ΣΚΓ να εγκαταλείψουν το κόμμα τους .
Για τον Τρότσκι που παρακολουθούσε μέρα την μέρα , τις γερμανικές εξελίξεις , η πολιτική του ΚΚΓ ήταν καταστροφική για την επανάσταση. Εξηγούσε ότι, εφόσον το ΣΚΓ στηρίζεται πάνω στις εργατικές οργανώσεις, ήταν αναγκασμένο να υπερασπίσει το κοινοβουλευτικό καθεστώς ενάντια στο φασισμό. Αυτήν την αντίθεση ανάμεσα στην σοσιαλδημοκρατία και τον φασισμό όφειλε να αξιοποιήσει το ΚΚΓ.
-" Σήμερα η σοσιαλδημοκρατία σαν σύνολο , με όλους τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς της, βρίσκέται σε οξεία διαμάχη με τους φασίστες. Το καθήκον μας είναι να επωφεληθούμε από αυτή την διαμάχη".(Τρότσκι, Γράμμα στον Γερμανό κομμουνιστή εργάτη , μέλος του Γ.Κ.Κ.)
Στην προσπάθεια του να προσανατολίσει το ΚΚΓ σε μια σωστή πολιτική, ο Τρότσκι επανειλημμένα επικαλέστηκε τον Λένιν
-" Να πολεμάμε για να ανατρέψουμε την διεθνή μπουρζουαζία … -έγραφε ο Λένιν στην " παιδική αρρώστια" του - και να απαγορεύουμε προκαταβολικά στον εαυτό μας κάθε ελιγμό , κάθε εκμετάλλευση των αντιθέσεων ( έστω και παροδικών ) ανάμεσα στους εχθρούς , να αρνούμαστε κάθε συμφωνία ή συμβιβασμό με πιθανούς συμμάχους ( έστω κι αν είναι προσωρινοί σύμμαχοι, λίγο σίγουροι , ταλαντευόμενοι , και με όρους ) αυτό είναι απεριόριστα γελοίο".( Τρότσκι, Και τώρα;)
Η λύση βρισκόταν μόνο στην υιοθέτηση , από την πλευρά του ΚΚΓ της πολιτικής του ενιαίου εργατικού μετώπου ενάντια στον φασισμό. Το ΚΚΓ έπρεπε να απευθυνθεί στο ΣΚΓ, καλώντας το να οργανώσουν και να συντονίσουν από κοινού την άμυνα των εργατικών οργανώσεων απέναντι στις φασιστικές προκλήσεις, με την δημιουργία πολιτοφυλακών των εργατών χωρίς βέβαια να αναλάβει καμιά ευθύνη απέναντι στις μάζες για την συνολική πολιτική του ΣΚΓ. "Να χτυπάμε μαζί, να βαδίζουμε χωριστά . Να συνεννοούμαστε μόνο ποιον , πως, πότε, θα χτυπήσουμε". Έτσι κωδικοποιούσε ο Τρότσκι και η αριστερή αντιπολίτευση την πολιτική του ενιαίου μετώπου.
Μόνο μέσα από την κοινή δράση όλης της εργατικής τάξης οι φασίστες θα αντιμετωπίζονταν αποτελεσματικά. Με το ενιαίο μέτωπο, όχι μόνο θα αποτρεπόταν ο φασιστικός κίνδυνος , αλλά οι κομμουνιστές θα αποκάλυπταν στις μάζες του ΣΚΓ τις γραφειοκρατικές ταλαντεύσεις της ηγεσίας τους. Έτσι το ΚΚΓ θα κατόρθωνε μέσα στην πράξη να αποσπάσει τους εργάτες του ΣΚΓ από την ηγεσία τους.
-" Η καταπληκτική πλειονότητα από τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες θα παλέψει ενάντια στους φασίστες , αλλά - για την ώρα τουλάχιστον- μόνο με τις οργανώσεις της. Αυτό το στάδιο δεν μπορεί να υπερπηδηθεί. Πρέπει να βοηθήσουμε τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες στην πράξη -μέσα σε αυτή την νέα και εξαιρετική κατάσταση - να ελέγξουν τι αξίζουν οι οργανώσεις και οι ηγέτες τους μέσα σε αυτό τον αγώνα ζωής και θανάτου για την εργατική τάξη".(Τρότσκι, Γράμμα στον Γερμανό κομμουνιστή εργάτη, μέλος του ΚΚΓ).
Ωστόσο το ΚΚΓ με την τυφλή , σεχταριστική πολιτική του δεν βοηθούσε τους εργάτες του ΣΚΓ να κατανοήσουν την ανικανότητα των σοσιαλδημοκρατών ηγετών. Η άρνηση του ενιαίου μετώπου από το ΚΚΓ έδινε την ευκαιρία στην σοσιαλδημοκρατική ηγεσία να καλύπτει την δική της αδυναμία ρίχνοντας τα βάρη στους κομμουνιστές που αρνούνται την κοινή δράση. Έτσι η άρνηση του ενιαίου μετώπου συνιστούσε σημαντική πολιτική βοήθεια προς την σοσιαλδημοκρατία και , σε τελευταία ανάλυση , έστρωνε το δρόμο στους Ναζί. Οι ηγέτες του ΚΚΓ με μια υπερεπαναστατική φρασεολογία κάλυπταν την αδυναμία τους να καταστρώσουν μια ορθή τακτική αξιοποίησης των αντιθέσεων μεταξύ φασισμού και σοσιαλδημοκρατίας , προς το συμφέρον της επανάστασης.
-"Είναι αδύνατον να νικήσουμε το φασισμό αν δεν νικήσουμε πρώτα την σοσιαλδημοκρατία …επαναλαμβάνει ο Τέλμαν… Η ιδέα αυτή … σε ιστορική κλίμακα είναι αναμφίβολα σωστή. Αλλά αυτό δε δημαίμει καθόλου πως με την βοήθεια αυτής της άποψης….μπορεί κανείς να λύσει τα σημερινά προβλήματα. Η ιδέα αυτή, ορθή από την άποψη της επαναστατικής στρατηγικής παρμένης σαν σύνολο, μετατρέπεται σε ψέμα … αν δεν μεταφραστεί στην γλώσσα της τακτικής.Είναι σωστό ότι για να εξαφανιστεί η ανεργία και η αθλιότητα είναι αναγκαίο να καταστραφεί πρώτα ο καπιταλισμός; Ναι, είναι σωστό. Αλλά πρέπει να είσαι ο μεγαλύτερος βλάκας για να βγάλεις από όλα αυτά το συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να παλέψουμε, από σήμερα κιόλας , με όλες μας τις δυνάμεις, ενάντια σε εκείνα τα μέτρα που με την βοήθεια τους ο καπιταλισμός αυξάνει την αθλιότητα των εργατών. Μπορεί κανείς να ελπίζει ότι στους προσεχείς μήνες το ΚΚΓ θα νικήσει ταυτόχρονα την σοσιαλδημοκρατία και το φασισμό; Κανένας ομαλά σκεπτόμενος άνθρωπος… δεν θα τολμήσει να το ισχυριστεί. Πολιτικά το ζήτημα μπαίνει κάπως έτσι : μπορούμε τώρα, στους προσεχείς λίγους μήνες, δηλαδή με την σοσιαλδημοκρατία πολύ εξασθενημένη , αλλά ακόμα ( δυστυχώς ) πολύ ισχυρή, να αποκρούσουμε νικηφόρα το φασισμό; ( ……) Για τους στενοκέφαλους ας δώσουμε άλλο ένα παράδειγμα . Αν ένας από τους εχθρούς μου με ποτίζει με μικρές καθημερινές δόσεις από δηλητήριο και ένας άλλος από την άλλη μεριά ετοιμάζεται να με πυροβολήσει κατάστηθα, θα κοιτάξω πρώτα να ρίξω από τα χέρια του δεύτερου εχθρού το πιστόλι, γιατί αυτό μου δίνει την ευκαιρία να απαλλαγώ κι από τον πρώτο εχθρό". ( Τρότσκι, Γράμμα στον Γερμανό κομμουνιστή εργάτη, μέλος του ΚΚΓ).
Τελικά η αδυναμία του ΚΚΓ να αποσπάσει τις πλατιές εργατικές μάζες από το ρεφορμισμό και να τις προσανατολίσει προς την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού ενίσχυσε την φασιστική δημαγωγία ανάμεσα στους μικροαστούς. Οι μικροαστικές μάζες., τρέμοντας από τον πυρετό , ήταν ικανές να στραφούν απότομα, είτε προς τα δεξιά είτε προς τα αριστερά. Στο βαθμό που η εργατική τάξη δεν παρουσιαζόταν ικανή να εγγυηθεί μια αντικαπιταλιστική διέξοδο στους κατεστραμμένους μικροαστούς , οι τελευταίοι αναζήτησαν - όπως ήταν επόμενο- την λύση στα προβλήματα τους στο φασισμό, που υποσχόταν να φέρει με τις γροθιές " κοινωνική δικαιοσύνη".
Το ΚΚΓ περιορίστηκε στην οργάνωση ένοπλων πολιτοφυλακών μέσα από τις γραμμές του, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις συγκρούστηκαν με τις ομάδες εφόδου των Ναζί. Παρά τον αναμφισβήτητο ηρωισμό των μαχητών τους ( 30 νεκροί σε συγκρούσεις με φασίστες μόνο τον Ιούνη- Ιούλη του 32), οι πολιτοφυλακές του ΚΚΓ , απομονωμένες αποτις εργατικές μάζες, ήταν επόμενο να ηττηθούν.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ.
Οι Ναζί εμφανίστηκαν στο προσκήνιο από την δεκαετία του 20 καταγγέλλοντας την Συνθήκη των Βερσαλλιών , τα κοινοβουλευτικά κόμματα με τους επαγγελματίες πολιτικούς και τη " διεθνή σιωνιστική συνωμοσία" που έχουν φέρει την Γερμανία στο χείλος της αβύσσου.Καταφέρνονταν ενάντια στις απεργίες που " διαλύουν την χώρα και ανοίγουν δρόμο στον μπολσεβικισμό". Η οικονομική κρίση και η συνεπακόλουθη καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων τους άνοιξε μαζικά ακροατήρια . Μεθοδικά έστρεψαν την μικροαστική δυσαρέσκεια ενάντια στην εργατική τάξη. Τα Τάγματα Εφόδου των Ναζί συστηματικά διέλυαν με απαράμιλλη βιαιότητα τις εργατικές συγκεντρώσεις. Το Μάρτη του 30 σχηματίζει κυβέρνηση ο κεντρώος Μπρινινγκ. Με την υποστήριξη και του ΣΚΓ. Στις εκλογές (Σεπτέμβρης 30 ) τα αποτελέσματα δίνουν 8,5 εκ ψήφούς στο ΣΚΓκαι 4,5 εκ. ψήφους στο ΚΚΓ . Όμως θεαματική είναι η άνοδος των Ναζί που παίρνουν 6.3 εκ. ψήφους. Μετά τον Μπρύνινγκ σχηματίζει κυβέρνηση ο συντηρητικός Πάπεν. ( Ιούνης 32). Στις εκλογές του Ιούλη οι Ναζί λαμβάνουν 13,7 εκ. ψήφους, έναντι 7,9 του ΣΚΓ και 5,2 του ΚΚΓ . Ο Πάπεν σχηματίζει κυβέρνηση αλλά δυο μήνες αργότερα παραιτείται κάτω από το βάρος ενός τεράστιου απεργιακού κύματος ενάντια σε αναγκαστικό διάταγμα μείωσης των μισθών. Έτσι σχηματίζεται κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Σλάιχερ.
Ωστόσο οι βοναπαρτιστικές κυβερνήσεις αποδεικνύονται όλο και πιο ανίκανες να επιβάλλουν τις λύσεις που χρειάζεται το γερμανικό κεφάλαιο. Η αστική τάξη αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι θα εξασφαλίσει το μέλλον της μόνο αν η ναζιστική τρομοκρατία γίνει κυβερνητικό σύστημα. Βήμα-βήμα , οι Ναζί εδραιώνουν τις θέσεις τους. Ενώ το ΣΚΓ παρέλυε την εργατική τάξη και το ΚΚΓ πνιγόταν στα αδιέξοδα της μυωπικής σεχταριστικής πολιτικής του, οι Ναζί μαζικοποιούνταν και αύξαιναν τις αντεργατικές τους επιθέσεις. Το Γενάρη του 33 πραγματοποιείται συνάντηση επιφανών Ναζί με εκπροσώπους οργανώσεων των μεγαλοεργοδοτών. Οι καπιταλιστές χρίζουν επίσημα τον Χίτλερ ως εκλεκτό τους. Άλλωστε ήδη είχαν διαθέσει τεράστια ποσά για την ενίσχυση του ναζιστικού κόμματος. Η κυβέρνηση Σλάιχερ παραιτείται.
Ο πρόεδρος Χιντεμπουργκ καλεί τον Χίτλερ να αναλάβει την καγκελαρία . Σχηματίζεται κυβέρνηση συνασπισμού του Χίτλερ με τον Πάπεν. Το ΚΚΓ πραγματοποιεί στροφή 180 μοιρών , καλώντας το ΣΚΓ να οργανώσουν μαζί μια γενική απεργία . Ήταν όμως πια αργά. Οι γραφειοκράτες του ΣΚΓ αποκρούουν την πρόταση, ελπίζοντας ακόμη ότι η αστική τάξη θα στραφεί ενάντια στον φασισμό αν οι εργάτες δείξουν μετριοπάθεια και νομιμοφροσύνη. Οι Ναζί προχωρούν ακάθεκτοι. Το Φλεβάρη του 33 οργανώνουν την γνωστή προβοκάτσια της πυρκαγιάς στο Ραιχσταγκ. ( Βουλή). Αμέσως καταργούνται με αναγκαστικό διάταγμα τα κυριότερα πολιτικά δικαιώματα. Εξαπολύεται κύμα συλλήψεων , ενώ συλλαμβάνεται και ο Τέλμαν (γραμματέας του ΚΚΓ) . Απαγορεύεται ο τύπος του ΚΚΓ , αλλά και του ΣΚΓ.Στις εκλογές που ακολουθούν οι Ναζί φτάνουν στους 17,2 εκ. ψήφους. Το ΣΚΓ παίρνει 7,1 και το ΚΚΓ 4,8. Ο Χίτλερ σχηματίζει νέα κυβέρνηση , αποκλειστικά ναζιστική αυτή την φορά. Σε 5 μέρες δημοσιεύεται διάταγμα που καταργεί τις 81 έδρες του ΚΚΓ, ενώ το Μάη του 33 οι Ναζί διαλύουν τα συνδικάτα και τον Ιούλη απαγορεύουν το ΣΚΓ.Η φασιστική νίκη είχε συντελεστεί.

Τρίτη 5 Μαΐου 2009

Βγάλτε τις κουκούλες… και μπείτε στο γύψο

Εδώ και δύο τουλάχιστον μήνες αμέσως μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη, σύσσωμος ο αντιδραστικός πατριωτικός συρφετός επιχειρεί να πάρει τη δική του ρεβάνς.
Τρομαγμένος από τη δυναμική του Δεκέμβρη δεν θέλει ούτε καν να φανταστεί μια νέα κάθοδο στους δρόμους και ιδιαίτερα τώρα που η οικονομική κρίση απειλεί ανοιχτά κάθε εύπλαστη ισορροπία που έχει οικοδομήσει η νεοφιλελεύθερη φούσκα τα τελευταία 15 χρόνια.
Επαγγελματίες νοικοκυραίοι, αυτόκλητοι ληστευθέντες, καταστηματάρχες υπό τον προκλητικότατο Μίχαλο, πατριώτες που απαιτούν να στοιχηθούμε πίσω από τον Καραμανλή ή έστω τον Παπαδήμο, εκπρόσωποι αστυνομικών που ζητάνε πλήρη ασυδοσία, φοβισμένοι μικροαστοί και ανθρωπάκια που πιστεύουν ότι θα σωθούν δείχνοντας καλή διαγωγή στα αφεντικά τους γλύφοντας ταυτόχρονα την εξουσία, νοσταλγοί της χούντας, φασιστόμουτρα που πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα τους. Όλοι αυτοί αποτελούν για την κυβέρνηση και τους καπιταλιστές την τελευταία σανίδα σωτηρίας. Κάθε ώρα και στιγμή κάποιος εκπρόσωπός τους βρίσκεται στην τηλεόραση μαζί με κάποιον Βελόπουλο, Βορίδη ή Γεωργιάδη επίτιμοι καλεσμένοι των κάθε είδους Πρετεντέρηδων για να μας τρυπήσουν τα αυτιά με τις αηδίες και τα παραμύθια τους περί «ανασφάλειας, έξαρσης της εγκληματικότητας, για την αδυναμία της αστυνομίας να παρέμβει» γιατί τάχα την εμποδίζουν οι αριστεροί κήρυκες των δημοκρατικών δικαιωμάτων που εξαιτίας τους τα «εγκληματικά» στοιχεία και οι «κουκουλοφόροι» έχουν καταλάβει τη χώρα. Ακούγοντας όλους αυτούς τους καραγκιόζηδες έχει κανείς την εντύπωση ότι κυβέρνηση στη χώρα είναι ο Σύριζα και η δικαιοσύνη βρίσκεται στα χέρια κάποιου «αριστερού παρακράτους» που δεν αφήνει τον Βωβό να χτίσει γήπεδα και εμπορικά κέντρα στο Βοτανικό και τους λοιπούς εργολάβους να τσιμεντάρουν ότι χώμα έχει απομείνει στο λεκανοπέδιο. Το θράσος και η αναίδειά τους έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.
Φωνάζει ο κλέφτης...
Στην πραγματικότητα ουδόλως ενδιαφέρονται για την ασφάλεια του κάθε πολίτη και ειδικά εκείνων που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Ακόμα και αν υπάρχει πραγματικά μια αύξηση της παραβατικότητας και των μικροκλοπών αυτή οφείλεται στην ελεεινή κατάσταση που έχει περιπέσει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, πράγμα για το οποίο αποκλειστικός υπεύθυνος είναι το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του υπηρέτες. Ακόμα κι αυτή όμως είναι ψίχουλα μπροστά στα αίσχη μικρομεσαίων και μεγάλων στελεχών της κυβέρνησης που εδώ και 5 χρόνια λυμαίνονται τη δημόσια περιουσία της χώρας. Είναι καθαρή πρόκληση οι κλέφτες των ασφαλιστικών ταμείων, όλοι αυτοί που έστησαν την κομπίνα των δομημένων ομολόγων με την οποία έκαναν φτερά τουλάχιστον 6-7 δις ευρώ, να μιλάνε για έξαρση της εγκληματικότητας. Ποιοι μιλάνε, αυτοί που πρωταγωνιστούν σε κάθε είδους παρανομία για προσωπικό τους πλουτισμό, αυτοί που εξαφάνισαν στο λαβύρυνθο των off shore αμέτρητα εκατομμύρια στα κουκουλωμένα σκάνδαλα του Βατοπεδίου και της Seamens και ποιος ξέρει που αλλού. Οι ίδιοι που χαρίζουν 28 δις ευρώ στις τράπεζες και την ίδια ώρα καταδικάζουν στην ανέχεια το μισό πληθυσμό της χώρας. Μιλάνε για ασφάλεια αυτοί που οργάνωσαν την μεγαλύτερη μαζική απαγωγή δεκάδων πακιστανών σε συνεργασία με αγγλικές και αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες. Παριστάνουν τους τιμητές της δικαιοσύνης, αυτοί που θάβουν το ένα σκάνδαλο πίσω από το άλλο, και στέλνουν στο αρχείο δεκάδες περιστατικά απίστευτης αστυνομικής αυθαιρεσίας. Μιλάνε για φθοράς ξένης περιουσίας, αυτοί που αφήσανε 3 εκατομμύρια στρέμματα να γίνουν σταχτή και 80 ανθρώπους να καούν ζωντανοί, αυτοί που συνεχίζουν να καταστρέφουν και να ξεπουλάνε τη δημόσια περιουσία. Αυτοί που ευθύνονται για τα εκατοντάδες θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα» στο βωμό του κέρδους για τα οποία δεν γίνεται καμία αναφορά από τα τσιράκια τους στα μίντια. Μιλάνε για αποδράσεις, οι ίδιοι που θα έπρεπε να σαπίζουν στις φυλακές για τα κατορθώματά τους, αλλά το σύστημα δικαιοσύνης φρόντισε να τους απαλλάξει από οποιαδήποτε ευθύνη. Για ποια έξαρση της εγκληματικότητας μιλάνε, όταν μόνο το τελευταίο διάστημα είχαμε 4-5 τρανταχτά περιστατικά αστυνομικών οργάνων που πυροβόλησαν εκτός υπηρεσίας κατά πολιτών για «προσωπικούς» λόγους ή επειδή τους έχει στρίψει και θάφτηκαν πριν πάρουν την παραμικρή δημοσιότητα. Προχθές βρέθηκε δολοφονημένη κρατούμενη κατά τη μεταφορά της στις φυλακές Αλικαρνασσού δεμένη πισθάγκωνα και χτυπημένη στο κεφάλι. Για ακόμα μια φορά η υπόθεση θάφτηκε. Όπως άλλωστε και τόσες άλλες.Όλοι αυτοί έχουν το θράσος να μιλάνε για απονομή δικαιοσύνης Αν κινδυνεύει από κάποιους η δημόσια ασφάλεια, η υγεία, τα ελάχιστα περιουσιακά στοιχεία των φτωχών ανθρώπων είναι από τα αφεντικά, τις τράπεζες, τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, την κυβέρνηση που τους υπηρετεί και όσους λυμαίνονται τον ιδρώτα του εργαζόμενου λαού.
Δεν τους καίγεται καρφί για τη δημόσια ασφάλεια
Αυτό που απασχολεί την κυβέρνηση και τα αφεντικά της δεν είναι η δημόσια ασφάλεια, αλλά η δική τους ασφάλεια και τα δικά τους συμφέροντα. Μια συμβολική ολιγόλεπτη επίθεση λίγων ακτιβιστών σε βιτρίνες του Κολωνακίου μεταμορφώθηκε σε ένα γεγονός απόλυτης καταστροφής κάτι σαν την 11η Σεπτέμβρη. Πολύ πιο σημαντικό από τις δεκάδες επιθέσεις μετά ξυλοδαρμού και ληστείας εναντίον μεταναστών λίγες μέρες πριν στο Αιγάλεω και τη γύρω περιοχή από ρατσιστικές συμμορίες. Η δολοφονική επίθεση στο Δίκτυο μεταναστών στις 24 Φλεβάρη με στόχο όχι μια βιτρίνα αλλά τη ζωή δεκάδων ανθρώπων που συνεδρίαζαν σε μια κλειστή αίθουσα θεωρήθηκε επίσης ασήμαντο περιστατικό. Εδώ οι διωκτικές αρχές όχι μόνο δεν ασχολήθηκαν για να εντοπίσουν τους επιτιθέμενους φασιστοσυμμορίτες αλλά από την πρώτη στιγμή έκαναν τα πάντα για να κουκουλώσουν κάθε στοιχείο και πληροφορία που θα οδηγούσε στους δράστες. Το ίδιο ακριβώς έκαναν και στην δολοφονική και βάρβαρη απόπειρα μπράβων κατά της Κ.Κούνεβα στο τέλος του Δεκέμβρη. Όλα αυτά δεν αξίζουν τίποτα μπροστά σε 20 σπασμένες βιτρίνες.
Καθεστώς έκτακτης ανάγκης
Ο επερχόμενος «κουκουλονόμος» έρχεται να σφραγίσει ένα τρίμηνο έξαρσης της φασιστικής, κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας. Βιτριόλι στην Κούνεβα, χειροβομβίδα στο Δίκτυο, ξυλοδαρμοί και ληστείες κατά ανύποπτων μεταναστών, προκλητική μείωση της ποινής σε 3 χρόνια του φασίστα Περίανδρου. Η κυβέρνηση έχοντας επιστρατεύσει το σύνολο των ΜΜΕ, με την αγαστή συνεργασία με το ΛΑΟΣ αλλά και με τη διακριτική συνδρομή του ΠΑΣΟΚ των Πάγκαλου και Χρυσοχοϊδη όπως επίσης και του ΚΚΕ της Λ. Κανελη, αφού πρώτα μας βομβάρδισε με μια άνευ προηγουμένου γκεμπελική προπαγάνδα ότι το μείζων πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι η «αυξανόμενη εγκληματικότητα» και οι «κουκουλοφόροι» και όχι οι πρωτοφανείς επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στα εισοδήματα των εργαζομένων, στην αύξηση της ανεργίας, στο κλείσιμο χιλιάδων μικρομάγαζων που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν, έρχεται τώρα να επιβάλλει ένα ιδιότυπο καθεστώς έκτακτης ανάγκης.Θα ήταν κανείς αφελής να πιστεύει ότι ο κουκουλονόμος έχει αποκλειστική απεύθυνση τις ομάδες που χρησιμοποιούν συμβολικές μορφές βίας, πολλές φορές ξεκομμένες από μαζικά κοινωνικά γεγονότα και εκδηλώσεις. Στην πραγματικότητα ο στόχος είναι το σύνολο του κινήματος που στο προηγούμενο διάστημα χρησιμοποίησε προωθημένες μορφές αντιπαράθεσης με τους μηχανισμούς καταστολής. Τα πρόσωπά τους τα κάλυψαν με μάσκες, μαντήλια, μαλόξ και προστατευτικά γυαλιά από τις χαφιεδοκάμερες και τα χημικά των ΜΑΤ εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές, δάσκαλοι, απεργοί, διαδηλωτές από τις φοιτητικές καταλήψεις 2006-7, την απεργία των δασκάλων, τις απεργίες για το ασφαλιστικό μέχρι και την εξέγερση του Δεκέμβρη. Και παλιότερα στην επίσκεψη Κλίντον, στις διαδηλώσεις στη Θεσσαλονίκη του 2003 κ.ο.κ. Αυτό το κεκτημένο η κυβέρνηση θέλει να το ποινικοποίησει όχι για να πάρει απλώς μια ρεβάνς για το Δεκέμβρη, ούτε πολύ περισσότερο για να προστατεύσει τα ιερά και τα όσια της γυάλινης αγοράς, αλλά δρώντας προληπτικά και αποτρεπτικά για το άμεσο μέλλον, ακριβώς σε μια στιγμή που η δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος εκδηλώνει ανοιχτά τις συνέπειες της σε όλο τον πλανήτη. Είναι γνωστό σε όσους ενημερώνονται πέρα από τα ελληνικά κιτρινοκάναλα και τα δελτία των γκεμπελίσκων των 8μμ ότι σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες απλώνεται ένα ευρύ κύμα κοινωνικής αγανάκτησης ενάντια στους καπιταλίστες, τους βιομηχάνους και τους τραπεζίτες που κλείνουν επιχειρήσεις και απολύουν κατά χιλιάδες τους εργαζομένους, ενώ ταυτόχρονα μειώνουν τους μισθούς, φορτώνοντας την κρίση στις πλάτες των πιο φτωχών και αδύναμων κομματιών της κοινωνίας. Αυτό το κύμα πρέπει να ανακοπεί με κάθε τρόπο. Να ποια είναι η ουσία του κυβερνητικού σχεδιασμού.
Συνεργασία με το φασιστικό παρακράτος
Με δεδομένο ότι τα «έκτακτα» οικονομικά μέτρα λιτότητας, περικοπών, κλεισίματος επιχειρήσεων και αύξησης της ανεργίας θα βαθύνουν το κύμα κοινωνικής αναταραχής, οι αστικές κυβερνήσεις επιχειρούν ένα αντίστοιχο πακέτο έκτακτων πολιτικών μέτρων προωθώντας μια μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού προς τα άκρα-δεξιά παίζοντας στην κυριολεξία με τη φωτιά. Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού σε συνεργασία με ακροδεξιούς σχηματισμούς προωθείται ανοιχτά η ρατσιστική προπαγάνδα, η τρομοφοβία, και γενικά η κινητοποίηση όλων των φοβικών μικροαστικών ενστίκτων στο όνομα της επιβολής του νόμου και της τάξης. Όλα αυτά δεν μπορούν παρά να θυμίζουν αντίστοιχες πολιτικές και μέτρα διεξόδου της δεκαετίας του 1930. Τίποτα δεν είναι τυχαίο από όσα συμβαίνουν «συμπτωματικά». Δημοσκοπήσεις εμφανίζουν δήθεν το 70% στην Αγγλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία να επιθυμούν τον διωγμό των ξένων εργατών. Άλλες ταυτόχρονα και εντελώς «τυχαία» εμφανίζουν την μισή γερμανική νεολαία να δηλώνει ανοιχτά ρατσιστική και το 5% να είναι ήδη οργανωμένο σε μια φασιστική συμμορία. Οι εργάτες στην Αγγλία να διαδηλώνουν ενάντια στους ξένους και όχι στα αφεντικά τους. Ας μην βιαστεί κανείς να χάψει ότι είμαστε μπροστά σε κάποιο ανερχόμενο κοινωνικό εκφασισμό. Ο φασισμός δεν πρόκειται να έλθει σαν μια αυθόρμητη αντίδραση των ηλιθίων, αλλά καβάλα στα ρόπαλα των φασιστικών συμμοριών που θα εμφανιστούν σαν τους σωτήρες της εθνικής συνοχής και της ανάμνησης κάποιου φαντασιακού ένδοξου παρελθόντος. Οι κυρίαρχοι ιδεολογικοί μηχανισμοί χτίζουν από τώρα αυτή τη δυνατότητα, ανοίγοντας το δρόμο στις φασιστικές συμμορίες. Αυτό λέγεται προληπτική αστική αντεπανάσταση και είναι η τελευταία σανίδα σωτηρίας για ένα σύστημα που ήδη πνέει τα λοίσθια. Θα είναι κανείς αφελής να πιστεύει ότι το κράτος της αστικής «δημοκρατίας» δεν θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να υπερασπιστεί τα ιερά και τα όσια της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας.Σε αυτό το σχέδιο έχουν επιστρατευτεί όλα τα golden boys των ΜΜΕ με τους παχυλούς μισθούς για να κλαίγονται πρωί, μεσημέρι και βράδυ για την «έλλειψη ασφάλειας» και το «φόβο» που δήθεν μας έχει κυριεύσει. Όλα στο μίξερ του τηλεγκεμπελισμού έχουν γίνει ένας αχταρμάς. «Ληστείες, μαφιόζοι, φόνοι, ναρκωτικά, ξένοι, γκέτο, κουκουλοφόροι, τρομοκράτες, έλλειψη αστυνόμευσης». Η λύση είναι προφανής: Περισσότερη αστυνομία, περισσότερη «ασφάλεια», περισσότερες χαφιεδοκάμερες, λιγότερες δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα. Η κυβέρνηση του Καραμανλή αφού εξάντλησε το ρόλο της ως κακομοίρα παρθενόπη, που τα πολλά δημοκρατικά δικαιώματα δεν την αφήνουν να κάνει τη δουλειά της, αποφάσισε να περάσει σε ένα ανώτερο ποιοτικά επίπεδο καταστολής, σε ανοιχτή πλέον συνεργασία με το ακροδεξιό ΛΑΟΣ, συντασσόμενη δήθεν με τη λαϊκή απαίτηση για επιβολή του νόμου και της τάξης.
Δικαίωμα στην αυτοάμυνα
Η κυβέρνηση και οι τηλερουφίανοι της θεωρούν φυσιολογικό οι μπάτσοι να είναι πάνοπλοι, να ξυλοκοπούν διαδηλωτές, να πυροβολούν, να βασανίζουν και να κρύβουν τα πρόσωπά τους πίσω από κράνη, κουκούλες και να εξαφανίζουν τα διακριτικά τους. Οι διαδηλωτές όμως είναι υποχρεωμένοι να καταπίνουν τα καρκινογώνα χημικά, να εκθέτουν τα πρόσωπα τους στις χαφιεδοκάμερες, στους ρουφιάνους των αφεντικών, στα φασιστόμουτρα που φτιάχνουν λίστες προγραφών. Με λίγα λόγια θέλουν τους διαδηλωτές πρόβατα για σφαγή. Ε αυτό να το ξεχάσουν. Απέναντι στην ασύδοτη βία των δυνάμεων κρατικής και παρακρατικής καταστολής η αριστερά που σέβεται τον εαυτό της και την αιματοβαμμένη ιστορία της θα πρέπει να υπερασπιστεί ανοιχτά και ξάστερα το δικαίωμα στην αυτοάμυνα.Η λύση δεν μπορεί να είναι όπως προτείνει ο Συριζα (10 προτάσεις, 18/3/09) καμία «αναδιάρθρωση της ΕΛΑΣ και μια αστυνομία που να 'ναι δίπλα και όχι ενάντια στον πολίτη», ούτε «η τόσο μεγάλη και πολλαπλή έλλειψη αποτελεσματικότητας της αστυνομίας». Το πρόβλημα των μηχανισμών καταστολής δεν είναι η έλλειψη «σύγχρονης εκπαίδευση», ούτε η «ενίσχυση των πολυδύναμων τμημάτων». Η αστυνομία δεν μπορεί να έλθει «κοντά στον πολίτη» γιατί πολύ απλά είναι ο μηχανισμός βίας και επιβολής του αστικού κράτους και των αφεντικών ενάντια στους καταπιεσμένους. Για το κίνημα, την αριστερά και όσους παλεύουν ενάντια στην εκμετάλλευση και για μια άλλη κοινωνία της δικαιοσύνης και της ελευθερίας η αστυνομία είναι στην απέναντι όχθη.Καμία επίσης υπηρεσία δεν προσφέρουν οι εμμονές του ΚΚΕ (και όχι μόνο) περί «κουκουλοφόρων που παρεισφρείουν στο κίνημα και προβοκάρουν τους μαζικές εκδηλώσεις του». Ακόμα κι αν η ασφάλεια στέλνει τα πρακτοράκια της στις διαδηλώσεις είναι γελοίο να ισχυρίζεται κανείς ότι εκατοντάδες νεολαίοι που υιοθετούν βίαιες μειοψηφικές πρακτικές είναι μόνον «προβοκάτορες, οι οποίοι δρουν σε συνεργασία με πάσης φύσεως υπηρεσίες». Ας σταματήσει επιτέλους να επαναλαμβάνεται από στόματα αριστερών η κουτοπονηριά «πιάστε τους επιτέλους να δούμε ποιοι είναι», υπονοώντας ότι είναι ασφαλίτες. Το αίτημα αυτό εκτός από σαθρό είναι και ψέμα. Άπειρες φορές έχουν συλληφθεί διαδηλωτές που συμμετέχουν σε τέτοιου είδους ενέργειες για να αποδειχτεί ότι δεν είναι ούτε εξωγήινοι ούτε προβοκάτορες αλλά φοιτητές, μαθητές, άνεργοι και γενικώς άνθρωποι που συμμετέχουν με τις δικές τους ιδέες έστω εμμονές και λάθη στο κίνημα και που πιστεύουν ότι με αυτόν τον τρόπο πολεμάνε το σύστημα. Μπορεί κανείς να διαφωνεί μαζί τους, είτε γιατί είναι γενικώς ενάντια στη βία είτε γιατί θεωρεί άσκοπη, ανούσια ή και αποπροσανατολιστική μια τέτοιου είδους βία. Όμως επ’ ουδενί δεν μπορεί να καλεί μαζί με τους νοικοκυραίους και τους υπερασπιστές του νόμου και της τάξης να συλλάβουν τους ταραξίες, δήθεν για να μας φύγει η περιέργεια. Όπως και να χει μια τέτοια αντιμετώπιση ρίχνει νερό στο μύλο της αντίδρασης και όσων ζητάνε περισσότερη καταστολή και αστυνομία. Ας αφήσουμε την Κανέλη και όσοι την ακολουθούν να το ρίχνουν μόνοι τους.
Οργάνωση της περιφρούρησης
Είναι αλήθεια ότι μια δυο σπασμένες βιτρίνες σε μια διαδήλωση από ανθρώπους που θεωρούν ότι κάθε μέρα είναι Κυριακή, μπορεί να γίνει το άλλοθι για να ματοκυλιστεί από τα ΜΑΤ μια ολόκληρη διαδήλωση. Με τη σειρά του αυτό μπορεί να αποθαρρύνει διαδηλωτές με μικρή κινηματική εμπειρία ή έστω με ειρηνικές διαθέσεις και να βρεθούν σε δύσκολη θέση. Όμως αυτό είναι ένα πρόβλημα της αριστεράς και του κινήματος που τέλος πάντων έχει ευθύνη να περιφρουρήσει τις εκδηλώσεις του από κάθε επιθετική ενέργεια εναντίον του. Μπορεί κανείς να διαχωρίζεται από τους φετιχισμούς των σπασμένων βιτρινών, αλλά ο κίνδυνος δεν προέρχεται από κει αλλά από τις επιθέσεις των ΜΑΤ, των ασφαλιτών και κάθε είδους παρακρατικών που συνδράμουν ως «νοικοκυραίοι» τις δυνάμεις καταστολής. Εδώ είναι η κόκκινη γραμμή. Μια μαζική διαδήλωση, όταν δεν έχει επετειακό, αλλά μαχητικό διεκδικητικό χαρακτήρα είναι πολύ πιθανό να καταλήξει σε σύρραξη με τις δυνάμεις καταστολής. Επομένως θα πρέπει να μπορεί να υπερασπιστεί με αξιοπρέπεια αυτή την επιλογή και αυτό δεν γίνεται παριστάνοντας τα καλά παιδιά. Ούτε μπορεί να εξαρτιέται η ασφάλεια του κινήματος και των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτό από την καλή διάθεση των μπάτσων. Όποιος βασίζεται στην επιείκεια του αντιπάλου τον έχει ήδη προσκυνήσει.Όπως και να χει τα νομοθετικά μέτρα που εξήγγειλε το υπουργείο δικαιοσύνης για την ποινικοποίηση της κουκούλας και την αναβίωση της περιύβρισης αρχής δεν πρέπει να γίνουν νόμος του κράτους. Αλλά ακόμα κι αν η κυβέρνηση τολμήσει να τα ψηφίσει με τα λείψανα των 151 εδρών και σε μια στιγμή που έχει απολέσει την συναίνεση ακόμα και των οπαδών της, τότε το κίνημα και η αριστερά θα πρέπει να φροντίσει να τον καταργήσει στο πεζοδρόμιο, δίνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην κυβέρνηση και σε όλους τους νοσταλγούς της χούντας και του Μεταξά, επαναφέροντας στο προσκήνιο τα μαχητικά συνθήματα του Δεκέμβρη και όχι εποικοδομητικές προτάσεις για μια «καλή» αστυνομία.
Να μην περάσει ο τρομοκουκουλονόμος και η περιύβριση αρχής
Να διαλυθούν τα ΜΑΤ και να απαγορευτούν τα χημικά αέρια στις διαδηλώσεις
Να απελευθερωθούν οι προφυλακισμένοι του Δεκέμβρη και να παύσουν όλες οι διώξεις
Κάτω τα χέρια από το πανεπιστημιακό άσυλο και τους ελεύθερους κοινωνικούς χώρους
Να οργανωθούν ομάδες αυτοάμυνας και περιφρούρησης από την κρατική και παρακρατική βία
Η τρομοκρατία και η τρομοφοβία δεν θα περάσει!
Αθήνα 20/3/09K.Μαραγκός
Υπάρχει «αστυνομία που να ‘ναι δίπλα και όχι ενάντια στον πολίτη»;

Για τις 10 προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ
Στις 18/3 σε συνέντευξη τύπου που έδωσαν οι Αλ. Αλαβάνος και Φ.Κουβέλης στη Βουλή, παρουσίασαν τις 10 προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για ταθέματα της αστυνομίας. Αντιγράφουμε τα 10 σημεία όπως δημοσιεύτηκανστην Αυγή την ίδια μέρα:
1. Αναδιοργάνωση των ΑΤ με κριτήρια πληθυσμιακά, κοινωνικά και γεωγραφικά.2. Ενίσχυση των πολυδύναμων ΑΤ με σκοπό τη στήριξη του πολίτη μεενσωμάτωση λειτουργιών που έχουν ειδικοί, στεγανοί δυστυχώς καιαδιαφανείς μηχανισμοί και που κυρίως χρησιμοποιούνται για τηνκαθυπόταξη των εργαζόμενων και της νεολαίας.3. Ενιαίος φορέας για την αστυνομία με κατάργηση των ειδικών φρουρών και συνοριακών φυλάκων και ένταξή τους στην ΕΛ.ΑΣ.4. Σύγχρονη εκπαίδευση αστυνομικού, ίδρυση πανεπιστημίου αστυνομικών σπουδών.5. Άμεση συνεργασία αστυνομίας με φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ανάδειξη του κοινωνικού ρόλου των αστυνομικών.6. Εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης με βάση τις νέες μορφές εγκληματικότητας.7. Αναγνώριση του επικίνδυνου και ανθυγιεινού της εργασίας των αστυνομικών.8. Αύξηση του βασικού μισθού σε επίπεδα που οι αστυνομικοί να μηναναγκάζονται σε δεύτερη εργασία, ώστε να μπορούν να είναιαποτελεσματικοί στον κοινωνικό ρόλο τον οποίο έχουν.9. Πλήρη συνδικαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα των αστυνομικών.10. Δημιουργία μόνιμης διακοινοβουλευτικής επιτροπής για την επιλογή της ηγεσίας και τη δράση και τη λειτουργία της αστυνομίας.
Στην ίδια συνέντευξη ο Α. Αλαβάνος επεσήμανε ότι «Χρειάζεταιαναδιάρθρωση της ΕΛΑΣ και μια αστυνομία που να ‘ναι δίπλα και όχιενάντια στον πολίτη», προσθέτοντας ότι «μας κάνει εντύπωση η τόσομεγάλη και πολλαπλή έλλειψη αποτελεσματικότητας της αστυνομίας», για νακλείσει λέγοντας «ότι μέσα στις ημέρες της μεγάλης κρίσης που ζούμεαναδεικνύονται και πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα βίας, γεννιέται ένααίσθημα φόβου στους πολίτες και λυπούμαστε γιατί η κυβέρνηση και τοσύστημα δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα πραγματικά προβλήματα τηςκρίσης, ενώ διαχειρίζονται την κατάσταση αυξάνοντας τον φόβο».Οι προτάσεις αυτές δημιουργούν ένα σωρό ερωτηματικάτόσο σε σχέση με το περιεχόμενό τους όσο και με την ουσία της συζήτησηςπου γίνεται αυτή την περίοδο στο ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τους «15 άμεσουςστόχους πάλης» στους οποίους πουθενά δεν γίνεται λόγος για«αναδιάρθρωση της αστυνομίας» για «ενίσχυση πολυδύναμων ΑΤ», για«σύγχρονες εκπαιδεύσεις αστυνομικών» για συνεργασίες με τους δήμους,για «μισθούς και δικαιώματα» των αστυνομικών κ.ο.κ. Ούτε φυσικά για μιααστυνομία που θα είναι «κοντά στον πολίτη».Αντίθετα στους στόχους πάληςαναφέρονται σαφώς ο «αφοπλισμός των αστυνομικών δυνάμεων στη διάρκειακινηματικών εκδηλώσεων, κατάργηση των ΜΑΤ-ΕΚΑΜ, απαγόρευση της χρήσηςχημικών αερίων». Είναι απορίας άξιο γιατί τα δύο στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ,ξέχασαν τα αιτήματα αυτά και γιατί στις 10 προτάσεις έχουν εξαφανιστείεντελώς; Ποια είναι τότε η αξία ενός προγράμματος, όταν την κρίσιμηστιγμή που ένα μέρος του είναι το πρώτο θέμα, με τον πιο ευκαιριακότρόπο κρύβεται κάτω από το τραπέζι, κλείνοντας το μάτι στις δυνάμειςτης αστικής νομιμότητας; Τι αποτελέσματα έχει αυτή η αλλόκοτησυμπεριφορά, στον κόσμο της αριστεράς πέρα από σύγχυση και απογοήτευση;Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη, τους μαζικούς ξυλοδαρμούς, τιςεκατοντάδες συλλήψεις, την απίστευτη χρήση χημικών αερίων και μια μέραμετά την εκδήλωση της πρόθεσης της κυβέρνησης για ποινικοποίηση της«κουκούλας» και την επαναφορά της «περιύβρισης αρχής», οι 10 προτάσειςτου ΣΥΡΙΖΑ εκτός από ακατανόητες, είναι και πολιτικά άστοχες και πάνω απ’ όλα εξωραΐζουν το ρόλο των δυνάμεων καταστολής,τον σκληρό δηλαδή πυρήνα του αστικού -βαθέως- κράτους. καλλιεργώνταςτην αυταπάτη ότι μπορεί και να είναι «φιλικός στον πολίτη».Πολιτικά είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου γιατί το βασικό σήμεραδεν είναι οι εκθέσεις ιδεών για μια «καλή αστυνομία», ακόμα κι αν αυτόθα ήταν δυνατό (οι κατασταλτικές δυνάμεις που συνεργάζονται ανοιχτά μετο φασιστικό παρακράτος να γίνουν πρόσκοποι), αλλά η όξυνση της καταστολής και της αυθαιρεσίας, όχι μόνο στην καθημερινή πρακτική της αστυνομίας, αλλά και μέσα από την σκλήρυνση της νομοθεσίας,ιδιαίτερα όσον αφορά την μαζική κινηματική δράση που πλέον θατιμωρείται χωρίς αναστολή και για δύο τουλάχιστον χρόνια φυλάκιση γιααπλά πλημμελήματα (φθορά ξένης περιουσίας, αντίσταση κλπ). Δεν είναιδυνατόν αυτή τη στιγμή το ενδιαφέρον της ριζοσπαστικής αριστεράς ναστρέφεται στο πως θα είναι μια ιδεατή αστυνομία. Αυτό είναι καθαρόςαποπροσανατολισμός, γεγονός που διευκολύνει την κυβέρνηση να κάνει τηδουλειά της και ταυτόχρονα να συζητάει ανέξοδα και ευχάριστα τις «10προτάσεις» του ΣΥΡΙΖΑ.Όμως ποια είναι η ουσία αυτών των προτάσεων;Μήπως η υιοθέτηση των προτάσεων της ΠΟΑΣΥ (συνδικαλιστική ομοσπονδίααστυνομικών) οδηγούν σε κάποιο στόχο εξανθρωπισμού και«εκδημοκρατισμού» των μηχανισμών καταστολής; Σε καμία περίπτωση. Και τιθα γίνει δηλαδή αν «ενισχυθούν τα πολυδύναμα», θα γίνουν πιοδημοκρατικά; Αν οι ειδικοί φρουροί ενταχθούν στην ΕΛΑΣ δεν θαεξοστρακίζονται οι σφαίρες τους; Τα ΜΑΤ δέρνουν πιο «δημοκρατικά» απότους ειδικούς φρουρούς; Τι σημαίνει ίδρυση «πανεπιστημιακών φρουρών»,μήπως ότι οι μορφωμένοι μπάτσοι θα συνειδητοποιήσουν ότι τα συμφέροντάτους είναι με τον «πολίτη» και όχι με τα αφεντικά και την κυβέρνηση;Γιατί τώρα δεν υπάρχουν αστυνομικές σχολές που εισάγονται με εξετάσειςόσοι επιθυμούν να στρατευτούν στην αστυνομία; Περί τίνος μιλάει εδώ οΣΥΡΙΖΑ; Τι σημαίνει «εκπαίδευση με βάση τις νέες μορφέςεγκληματικότητας», ότι δεν είναι σήμερα εκπαιδευμένοι; Και αν«εκπαιδευτούν» τι θα συμβεί δηλαδή, δεν θα ξαναδραπετεύσει οΠαλαιοκώστας από τον Κορυδαλλό με ελικόπτερο;Τέλος η υιοθέτηση αιτημάτων για τους μισθούς και τις εργασιακό τωνμπάτσων είναι καθαρή πρόκληση για το σύνολο της εργατικής τάξης. Οιμισθοί των μπάτσων είναι θαυμάσιοι. Δεν υπάρχει κανένα επάγγελμα πουστα 20 να βγάζει κανείς 1300 ευρώ και να βγαίνει στη σύνταξη στα 45,χωρίς να υπολογιστούν τα «μαύρα» συναφή επαγγέλματα στα οποίαδραστηριοποιούνται χιλιάδες εν ενεργεία και συνταξιούχοι αστυνομικοί μεδιόλου ευκαταφρόνητα εισοδήματα. Και ας μην έχει κανείς την εντύπωσηότι μια γενναία αύξηση του «πενιχρού» εισοδήματος των αστυνομικών θαεξαλείψει άλλου είδους νυχτερινές δραστηριότητες. Τέλος είναι καθαρήυποκρισία η συζήτηση για τα βαρέα και ανθυγιεινά όταν είναι γνωστόν ότιη θητεία στην αστυνομία μετράει σχεδόν διπλή, με αποτέλεσμα στα 45όποιος θελήσει να βγαίνει στη σύνταξη. Επιπλέον οι πραιτοριανέςδυνάμεις φύλακες του καθεστώτος ακόμα κι αν είναι τυπικά «μισθωτοί» δεν έχουν καμία σχέση με την εργατική τάξηκαι πολύ περισσότερο με το εργατικό κίνημα. Το καθοριστικό στοσυγκεκριμένο επάγγελμα δεν είναι η μισθωτή του θέση αλλά ο ρόλος τουςσαν ένοπλοι φύλακες των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και του αστικού εποικοδομήματοςπου υψώνεται πάνω απ’ αυτές. Πουθενά στην ιστορία αυτές οι δυνάμεις δενέπαιξαν έναν διαφορετικό ρόλο απ’ αυτόν και είναι σκέτη εθελοτυφλία νατους θεωρεί κανείς τμήμα της εργατικής τάξης. Επομένως δεν υπάρχεικανένας απολύτως λόγος η αριστερά να υιοθετεί τα «συνδικαλιστικά»αιτήματα των πραιτοριανών φρουρών του αστικού κράτους.Το πρόβλημα της αστυνομίας δεν είναι αυτά που αναφέρονται στις 10 ατυχείς προτάσεις. Αντίθετα είναιστο ρόλο της, σαν τον ένοπλο μηχανισμό επιβολής της τάξης στην υπηρεσίατων συμφερόντων του κεφαλαίου και του κυρίαρχου πολιτικού καθεστώτος.Η αστυνομία πουθενά δεν είχε κάποιον διαφορετικό ρόλο και δενχρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς τους κλασσικούς του μαρξισμού για νατο καταλάβει.Μήπως η αστυνομία έχει κάποια διπλή φύση,κατά αναλογία της «διπλής και αντιφατικής» φύσης του κράτους και τωνμηχανισμών του (κατασταλτικό - κοινωνικό ή αντίφαση κατασταλτικών καιιδεολογικών μηχανισμών); Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία τέτοιαδιπλή φύση, και επομένως κάθε αγώνας για «μια αστυνομία κοντά στονπολίτη» είναι μάταιος. Το γεγονός ότι η τροχαία διευκολύνει στηνκυκλοφορία, ή ανοίγει το δρόμο σε ένα ασθενοφόρο, ή ένας αστυφύλακαςμπορεί να σώσει μια γυναίκα από μια απόπειρα βιασμού της, δενδημιουργούν καμία αντίφαση στις λειτουργίες, ούτε αλλάζουν την ενιαίαφύση της αστυνομίας. Ο «κοινωνικός» ρόλος της αστυνομίας είναι τοάλλοθι του βασικού της ρόλου που είναι κατασταλτικός στην υπηρεσία τουκεφαλαίου, του αστικού νόμου και της τάξης.Η αστυνομία βαρύνεται με αμέτρητα περιστατικά αυθαιρεσίας και βίαςκατά όχι μόνο διαδηλωτών, μεταναστών αλλά και ανύποπτων πολιτών.Υποθέσεις που συνήθως δεν φτάνουν στο φως της δημοσιότητας και πολύπερισσότερο στην -αστική- δικαιοσύνη. Αυτές είναι οι άμεσεςεκκρεμότητες που πρέπει να ανοίξει η αριστερά, καταγγέλλοντας ανοιχτάκαι διαρκώς κάθε περιστατικό αυθαιρεσίας, σε μέτωπο με το κράτος καιόχι σε μια εποικοδομητική δήθεν διαβούλευση, που μόνο συνένοχο στοπρόβλημα την κάνουν. Εκεί υπάρχει έλλειμμα έστω για μια«μεταρρυθμιστική» προσπάθεια στο θέμα της αστυνομίας (για όσουςπιστεύουν ότι υπάρχουν τέτοια περιθώρια) και όχι στην επανάληψη -αποδοχή όσων από το πρωί μέχρι το βράδυ ακούμε από την κυβερνητικήτρομοφοβική προπαγάνδα στα μιντια (αύξηση εγκληματικότητας, έλλειψηαστυνόμευσης) που καταλήγουν στο πανελλήνιο «λαϊκό» αίτημα γιαπερισσότερη αστυνομία και λιγότερα δημοκρατικά δικαιώματα.Η αριστερά θα πρέπει να ρίξει τις δυνάμεις της στην απεμπλοκή της αστυνομίας από κάθε κοινωνική υπόθεση,απαξιώνοντας το ρόλο της. Λ.χ. στο πρόβλημα των ναρκωτικών, παλεύονταςγια την αποποινικοποίηση της χρήσης και τον έλεγχο όλων των ουσιών απόδημόσιους φορείς υγείας ούτως ώστε να απαξιωθούν όλα τα κυκλώματα καιοι συμμορίες που ελέγχουν τη διακίνηση, που δρουν σε διαπλοκή με τηνανοχή ή και την προστασία της αστυνομίας. Η νομιμοποίηση των ουσιώνεπιπλέον θα επανέφερε τους χρηστές στην κοινωνία αφού δεν θα έκανανκάτι παράνομο, αποσπώντας έτσι χιλιάδες νέα παιδιά από τα κυκλώματαδιακίνησης και την αστυνομική καταστολή. Η ποινικοποίηση των ουσιών όχιμόνο δεν εξαλείφει το πρόβλημα αλλά τροφοδοτεί με τη σειρά του ένανευρύτερο περιβάλλον μικροεγκληματικότητας, ο οποίος δεν θα υπήρχε σεκάθε άλλη περίπτωση, γεγονός που αν μη τι άλλο θα άφηνε την αστυνομίαχωρίς ένα μεγάλο μέρος της πελατείας της. Με τέτοιες πολιτικές καιδράσεις η αριστερά οφείλει να εξοβελίζει την αστυνομία μακριά από τιςκοινές υποθέσεις, δείχνοντας έναν άλλο δρόμο στην κοινωνία και στονκόσμο -εργαζόμενοι, νεολαία, μετανάστες, σκεπτόμενοι εκτός συστήματοςπολίτες- που απευθύνεται να λύνουν τις υποθέσεις τους. Γιατί οικαπιταλιστές και οι υποτακτικοί τους έχουν πραγματικά ανάγκη τηναστυνομία, οι υπόλοιποι όμως όχι.Το αίτημα για «εκδημοκρατισμό» των μηχανισμών του κατασταλτικού βαθέωςκράτους έχει κλείσει αισίως και προ πολλού έναν αιώνα; Υπάρχει κάποιοπαράδειγμα, μια προηγούμενη ιστορική εμπειρία, που να αποδεικνύει τηνχρησιμότητά του; Ή απλώς είναι η αμήχανη επανάληψη μιας παλιάςαμαρτίας, προϊόν μια ευρύτερης θέσης που αντιλαμβάνεται το κράτος όχιως μηχανισμό βίας και ταξικής κυριαρχίας, αλλά σαν έναν ουδέτερο χώροπου ανήκει σε όλες τις τάξεις και επομένως θα μπορούσε ναχρησιμοποιηθεί ενδεχομένως και για όφελος ολόκληρης της κοινωνίας; Ηπροσπάθεια ουδετεροποίησης της αστυνομίας εντάσσεται στην κλασικήρεφορμιστική σοσιαλδημοκρατική αντίληψη περί ουδετεροποίησης των κατασταλτικών μηχανισμών του αστικού κράτους,γιατί χωρίς αυτή την προϋπόθεση είναι αδύνατη κάθε προσπάθειακοινωνικού μετασχηματισμού χωρίς επαναστατική ρήξη και βίαιη σύρραξη μεαυτούς ακριβώς τους μηχανισμούς που θα υπερασπιστούν ως γνήσιοιπραιτοριανοί το υπάρχων status quo.Όσοι συνεχίζουν, παρά την μέχρι τώρα ιστορική εμπειρία, να καλλιεργούν αυταπάτες και ψευδαισθήσειςγύρω από το ρόλο της αστυνομίας, όχι μόνο δείχνουν μια δογματικήιδεοληπτική εμμονή, αλλά και μια ασυγχώρητη στάση στο εσωτερικό τουκινήματος και του κόσμου της αριστεράς που αντί να προετοιμάζουν και να οργανώνουν την μαζική αυτοάμυνα,πρακτικά διευκολύνουν την αστυνομική καταστολή και την κρατικήτρομοκρατία να επιβάλει τη θέλησή της. Εδώ οφείλεται και η άρνηση νααντιμετωπιστούν οι δυνάμεις καταστολής σαν αυτό ακριβώς που είναι.Γιατί αυτό προϋποθέτει μια άλλη αντίληψη που δεν θα εγκλωβίζεται σταπλαίσια της αστικής νομιμότητας και του κοινοβουλευτισμού, βάζονταςπάνω από αυτή, τη νομιμότητα και το δίκαιο του αγώνα για την εξάλειψητης εκμετάλλευσης και την κοινωνικής αδικίας.Ας θυμηθούμε τα λόγια μιας παλιάς επαναστάτριας, που αν μη τι άλλο συνεχίζει να είναι συμπαθής στο σύνολο της αριστεράς ακόμα και μέχρι σήμερα:«Το να θεωρούμε τον κοινοβουλευτισμό ως αποκλειστικό μέσο πολιτικήςπάλης της εργατικής τάξης, δεν είναι λιγότερο φαντασιοκοπικό και, κατάβάθος, λιγότερο αντιδραστικό, από το να δεχόμαστε τη γενική απεργία ήτα οδοφράγματα, ως αποκλειστικά μέσα πάλης. Η βίαιη επανάσταση, στιςσημερινές περιστάσεις, είναι δίχως άλλο δίκοπο μαχαίρι καιδυσκολομεταχείριστο.Πιστεύω ότι το προλεταριάτο δε θα καταφύγει σ’ αυτό το μέσο παρά μόνονόταν αυτό θα είναι η μόνη διέξοδος που θα του απομένει, με τηναπαραίτητη πάντα προϋπόθεση ότι η πολιτική κατάσταση και ο συσχετισμόςτων δυνάμεων εξασφαλίζουν λιγότερο ή περισσότερο την πιθανότητα τηςεπιτυχίας. Μα η σαφέστατη κατανόηση της ανάγκης να χρησιμοποιηθεί η βίατόσο στα διάφορα επεισόδια της πάλης των τάξεων, όσο και για την τελικήκατάκτηση της εξουσίας, είναι εκ των προτέρων απαραίτητη, γιατί ίσα-ίσαη κατανόηση αυτή είναι που δίνει ορμή και αποφασιστικότητα στηνειρηνική και νόμιμη δράση μας. Αν η σοσιαλδημοκρατία παρασυρόταν απότους οπορτουνιστές και αποφάσιζε να παραιτηθεί εκ των προτέρων και διαπαντός από τη χρησιμοποίηση της βίας, αν αποφάσιζε να υποχρεώσει τιςεργατικές μάζες να σεβαστούν την αστική νομιμότητα, τότε όλοι οιπολιτικοί της αγώνες, κοινοβουλευτικοί και άλλοι, θα χρεοκοπούσαναξιοθρήνητα, αργά ή γρήγορα, για να δώσουν τη θέση τους στην αχαλίνωτηκυριαρχία της αντιδραστικής βίας».
Ρόζα Λούξερμπουργκ, «Βία και Νομιμότητα», πρωτοδημοσιεύτηκε στο Die Neue Zeit, 14 Μαΐου 1902.
Κ. Μαραγκός, 28-3-2009